Είναι ένας κίτρινος καπνός που μας τυλίγειστου λιμανιού τις αποβάθρες, στα μουράγια
όλο πληθαίνουν ένα γύρω τα ναυάγια
και η ζωή μας πάντα βγαίνει τόσο λίγη.
Τοπίο γκρίζο της καρδιάς το πανωφόρι
ξύλο που καίγεται κι αφήνει πίσω στάχτη
πάνω μας βγάζει ο καιρός όλο το άχτι
του γυρισμού λησμονημένο το βαπόρι.
Πού να ‘βρει χώρο το κορμί να ξαλαφρώσει
μιαν αγκαλιά ζεστή τη γύμνια να τυλίξει
πριν το χαμόγελο στα χείλη μας πετρώσει
τα χέρια λύνουν τα σκοινιά κι όλο ματώνουν
λυσσάει ο άνεμος στην ξέρα να μας ρίξει
δυο μάτια στο γιαλό θυμάμαι που βουρκώνουν.
Ποίηση © Δημήτρης Φιλελές
Μελοποίηση – Ερμηνεία © Φίλιππος Πλακιάς
"Ίσως, όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον, έτσι που επιτέλους, να μπορέσουμε να γνωριστούμε." &line; ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020
ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ//PHILOCTETES by Yannis Ritsos/Translated by Manolis Aligizakis
ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ//PHILOCTETES
by Yannis Ritsos/Translated by Manolis Aligizakis
Κάποιες ξεχτένιστες γυναίκες τίναζαν απ’ τα παράθυρα
απίθανα κάτασπρα σεντόνια. Λαμποκοπούσαν
μετόπες ναών κι οι πάνω κερκίδες των σταδίων. Τούτη η λαμπρότητα,
τυφλή, εκτυφλωτική, σ’ αυτή της ακριβώς την επίδειξη,
σαν κάτι να μας έκρυβε —κι αλήθεια μας έκρυβε·—
μήπως εκείνη την κλοπή; Κι ήταν ακόμη
τα πελώρια πιθάρια στους κήπους και στα υπόγεια
κι οι χρυσές προσωπίδες με τα κενά, ερευνητικά τους μάτια.
Μια γυναίκα σιωπή· το ίδιο αόριστο νόημα· κοινή συνωμοσία.
Μεγάλωναν τα γένια, τα μαλλιά, τα νύχια, τα όργανα·
και πάντα ειδήσεις για νεκρούς και για ήρωες, και πάλι για ήρωες·
μεγάλα κόκαλα αλόγων στις πλαγιές με τις ξερές αφάνες·
πυκνώνανε οι αναπνοές των άπλυτων σωμάτων. Μια γυναίκα, κάποτε,
περνούσε απόμακρα μες στην εσπέρα με μια υδρία στον ώμο της.
Πίσω της έκλεινε ο αέρας το πέρασμα. Η βραδιά
διπλωνόταν στην άκρη μιας σημαίας. Κάποιο αστέρι
φώναζε ξαφνικά ένα ακατανόητο «όχι», κι ύστερα
έσβηνε ο καλπασμός των αλόγων κατά μήκος της νύχτας
αφήνοντας πιο σιωπηλά τ’ αστέρια πάνω απ’ το ποτάμι.
A few women with unkempt hair shook whitewashed
bed-sheets out of their windows. Metopes of temples
and the upper seats of stadiums shone. This blind, blinding
shine, in this precise presentation, seemed to hide
something from us (and this was truly the case).
That thievery perhaps? And the massive jars were still
in the gardens and in the cellars, and the golden masks
with their empty, searching eyes.
A woman’s silence; the same vague meaning; a common
conspiracy.
The beards, hair, fingernails, and penises grew longer;
and always the news about heroes and the dead, then again
about heroes;
large horse bones on the hillsides with the dry shrubs;
the stench from uncleaned bodies increased; at the distance
a woman would pass, at evening-time, with a water pitcher
on her shoulder.
The breeze filled the space she left behind her. The evening
was enfolded in the tip of a flag. Suddenly a star cried out
an incomprehensible no and then the horse’s gallop
faded away along the length of the night
leaving the stars even more silent above the river.
Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020
ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΖΑΤΟΣ (25 Ιουνίου 1915 – 3Φεβρουαρίου 2004)
Επίσης Άρθρο Δ.Καψάλη Το χαμένο κέντρο
"Το Πάθημα".
Πρόσεχε τα μεγαλεπήβολα συστήματα
Τη μαθηματικά αυστηρήν αιτιοκρατία
Του λογικού τον πύργο το χρυσοπλοκότατο
Πασχίζοντας πέτρα με πέτρα να τον θεμελιώσεις
Κάστρο ή ταμπούρι απάτητο στο νόμο της αντίφασης
Σε τόμους δύο σχεδιάστηκαν οι "Θεμελιώδεις Νόμοι
Της Αριθμητικής" ή "Grundgesetze"
Der Arithmetik" - (χίλια οχτακόσια ενενήντα τρία
Ο πρώτος τόμος, χίλια εννιακόσια τρία
Ο δεύτερος). Δουλειά μιας ζωής. Χτύπημα με το σφυροκάλεμο
χρόνια και χρόνια.
Όλα ως εδώ καλά
Μα εκεί που ο Φρέγκε (Γκόττλομπ) διόρθωνε
Ήσυχος τυπογραφικά δοκίμια και του δευτέρου
Πια τόμου, ένα το κερατένιο λογικό παράδοξο
Που ανασκευή δε σήκωνε- απορία του Ράσσελλ (Μπέρτραντ)-
Ανάγκασε χωρίς πολλά το στοχαστή του Μεκλεμπουργκ
Να προσθέσει μια τελευταία παράγραφο στο σύστημα
(Ποιος στοχαστής θα καταστρατηγούσε την αλήθεια)
Και να δεχτεί την αμετάκλητη καταστροφή:
Τα θεμέλια ρημάδι, τη λογική του σκάρτη, στράφι τον κόπο του
Και τους δύο τόμους - σκέψου κολοσσιαίο χαντάκωμα-
Σαβούρα για το κάρο με τα σκύβαλα και τα σαρίδια
Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020
LIMPING MAN, ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ- ΚΟΥΤΣΟΣ, M. Aligizakis-C.Tsiantis
Γέλασε η αύρα ανάμεσα
στην ανισότητα του βήματός του
της φύσης λάθος ανεπείδωτο
κουτσά τα βήματά του
έξω απ’ τη θάλασσα
μάτια γιομάτα καλοσύνη
αγίου ίριδες
λεβέντη κάλλος
όλης της Οικουμένης
η ισορροπία
στον ανισόρροπο βηματισμό του
έψαξε για δικαίωση
ποίημα ο κουτσός αδημιούργητο
έτοιμο για να ξεπηδήσει απ’ το νου
της μέρας την ατέλεια
να τελειοποιήσει
Κύριε και Θεέ μου
μεθυσμένος ήσουν
όταν τον έσπειρες
Κύριε και Θεέ μου
ελέησόν μας και μην ξαναπιείς
Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2020
Μαρία Παπαγεωργίου - Ο Κηπουρός
Στίχοι | Μουσική: Παύλος Παυλίδης
από το δίσκο "Αφού λοιπόν ξεχάστηκα" (2004)
Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς
κάτι πουλιά πετούν πάνω απ’ τη στάχτη
που άφησε πίσω του όταν έφυγε ο νοτιάς και
μου τραγουδάνε "η αγάπη θα `ρθει, θα `ρθει...".
Μέσα στους τοίχους της μικρής μου φυλακής
κάποιος διαβάζει της παλάμης μου το χάρτη
βλέπει τους δρόμους της χαμένης μου ζωής και
μου τραγουδάει "η αγάπη θα `ρθει, θα `ρθει...".
Θα `ρθει, ένα απόγευμα ζεστό,
θα μπει στον κήπο αυτό
όλο το φως που υπάρχει...
Θα `ρθει, μ’ ένα ποδήλατο λευκό,
θα κοιταχτεί μέσ’ στο νερό
και θα ρωτάει να μάθει...
Πότε γέμισε ο κήπος με πουλιά,
πόσο είχε λείψει εκεί μακριά
ποιος τα φροντίζει τ’ άνθη...;
Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς
κάτι παιδιά που γκρέμισαν το φράχτη
μου `παν σε είδαν πάλι απ’ έξω να περνάς και
έπειτα είπαν "η αγάπη θα `ρθει, θα `ρθει...".
Θα `ρθει, ένα απόγευμα ζεστό,
θα μπει στον κήπο αυτό
όλο το φως που υπάρχει...
Θα `ρθει, μ’ ένα ποδήλατο λευκό,
θα κοιταχτεί μέσ’ στο νερό
και θα ρωτάει να μάθει...
Πότε γέμισε ο κήπος με πουλιά,
πόσο είχε λείψει εκεί μακριά
ποιος τα φροντίζει τ’ άνθη...;
Μέσα στους τοίχους της μικρής μου φυλακής
κάποιος διαβάζει της παλάμης μου το χάρτη,
βλέπει τους δρόμους της χαμένης μου ζωής και
μου τραγουδάει "η αγάπη θα `ρθει, θα `ρθει...".
Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020
Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020
Όταν Χαράζει / Otan xarazei Μουσική, Στίχοι: Θανάσης Παπακωνσταντίνου Τραγούδι: Γιάννης Αγγελάκας
Όταν χαράζει, ο πρώτος στεναγμός
βγαίνει απ' τα πιο σφιγμένα χείλη.
Σαν πεταλούδα στην κάμαρη πετά
ψάχνοντας άνοιγμα να φύγει.
Αν είσαι μόνος, αν είσαι αδύναμος
η χαραυγή θα σε ξεκάνει.
Έχει το μύρο, έχει τη σιγαλιά,
έχει τον ήλιο τον αλάνη.
Καινούρια μέρα, καινούριος ποταμός
στις εκβολές του θα προσφέρει
όσα χαθήκαν, όσα ξεχάστηκαν
κι όσα γι' αυτά κανείς δεν ξέρει.
Πίσω απ' τους λόφους, πίσω απ' τα βλέφαρα
υπάρχει τόπος και για σένα.
Χωρίς Βαστίλη, χωρίς ανάθεμα,
χωρίς τα χείλη τα σφιγμένα.
βγαίνει απ' τα πιο σφιγμένα χείλη.
Σαν πεταλούδα στην κάμαρη πετά
ψάχνοντας άνοιγμα να φύγει.
Αν είσαι μόνος, αν είσαι αδύναμος
η χαραυγή θα σε ξεκάνει.
Έχει το μύρο, έχει τη σιγαλιά,
έχει τον ήλιο τον αλάνη.
Καινούρια μέρα, καινούριος ποταμός
στις εκβολές του θα προσφέρει
όσα χαθήκαν, όσα ξεχάστηκαν
κι όσα γι' αυτά κανείς δεν ξέρει.
Πίσω απ' τους λόφους, πίσω απ' τα βλέφαρα
υπάρχει τόπος και για σένα.
Χωρίς Βαστίλη, χωρίς ανάθεμα,
χωρίς τα χείλη τα σφιγμένα.
Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020
LIMPING MAN, ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ- ΚΟΥΤΣΟΣ, M. Aligizakis-C.Tsiantis
Γέλασε η αύρα ανάμεσα
στην ανισότητα του βήματός του
της φύσης λάθος ανεπείδωτο
κουτσά τα βήματά του
έξω απ’ τη θάλασσα
Μάτια γιομάτα καλοσύνη
αγίου ίριδες
λεβέντη κάλλος
όλης της Οικουμένης
η ισορροπία
στον ανισόρροπο βηματισμό του
έψαξε για δικαίωση
Ποίημα ο κουτσός αδημιούργητο
έτοιμο για να ξεπηδήσει απ’ το νου
της μέρας την ατέλεια
να τελειοποιήσει
Κύριε και Θεέ μου
μεθυσμένος ήσουν
όταν τον έσπειρες
Κύριε και Θεέ μου
ελέησόν μας και μην ξαναπιείς
στην ανισότητα του βήματός του
της φύσης λάθος ανεπείδωτο
κουτσά τα βήματά του
έξω απ’ τη θάλασσα
Μάτια γιομάτα καλοσύνη
αγίου ίριδες
λεβέντη κάλλος
όλης της Οικουμένης
η ισορροπία
στον ανισόρροπο βηματισμό του
έψαξε για δικαίωση
Ποίημα ο κουτσός αδημιούργητο
έτοιμο για να ξεπηδήσει απ’ το νου
της μέρας την ατέλεια
να τελειοποιήσει
Κύριε και Θεέ μου
μεθυσμένος ήσουν
όταν τον έσπειρες
Κύριε και Θεέ μου
ελέησόν μας και μην ξαναπιείς
Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020
Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020
Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2020
Αλκίνοος Ιωαννίδης - Στην αγορά του κόσμου
Από το άλμπουμ " Ανεμοδείκτης"
Στίχοι & Μουσική: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Χαμένος μες στο πουθενά
δε θα βρεθώ ποτέ ξανά
στην πρώτη μου πατρίδα.
Έψαξα μέσα μου βαθιά
κι είδα μονάχα ερημιά
και πουθενά δε σε είδα.
Άσε με πάλι να σε δω,
έλα για λίγο φως μου
κι ύστερα φύγε κι ας χαθώ
στην αγορά του κόσμου.
Πουλάω σ' άδεια μαγαζιά
δυο παραμύθια, δυο φιλιά
κι όλα τα όνειρά μου.
Σ' αυτόν τον κόσμο τον καλό
χαρίζω, ψάχνω και ζητώ
και κλέβω τη χαρά μου.
Άσε με πάλι να σε δω,
έλα για λίγο φως μου
κι ύστερα φύγε κι ας χαθώ
στην αγορά του κόσμου.
Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)