Share

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ- Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοά μέσα στην πλάση


“Τις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη
βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η
γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους
κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες
των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι
οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών
κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί
όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) αναγαλλιάζουν οι ψυχές, και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός αρχάγγελος του Παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε κορμί: Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
Τίποτε μη φοβάσαι.
Έαρ, χειμώνας, θέρος-
όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου μαζί σου.”
(Α. Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδ. Ίκαρος)
Εικαστικό : Vincent van Gogh. Mulberry Tree. October 1889.

A CASA D' IRENE-NICO FIDENCO

ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ- ΤΟ ΘΑΥΜΑ

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

Εύη Δικαίου-Γυναίκες

Είναι εκείνες οι γυναίκες που πρώτα
τις προσκύνησαν και μετά τις αγάπησαν.
Θα τις δεις να περπατάνε μέσα
στον κόσμο ανέγγιχτες κι αγέρωχες.
Είναι εκείνη η πάστα γυναικών που ποτέ
δεν είχαν ανάγκη τίποτα και κανέναν,
αν δε το ήθελαν οι ίδιες.
Είναι οι γυναίκες που δημιουργούν εκείνες
τις ευκαιρίες και δεν περιμένουν
από το κάρμα και την τύχη.
Διαλέγουν πάντα εκείνες
και ποτέ δε τις διαλέγουν, ούτε και
επιτρέπουν να είναι η δεύτερη επιλογή.
Δε δίνονται ποτέ ολοκληρωτικά,
μα αν τις αγαπήσεις και τους ανοίξεις
την καρδιά, γίνονται τα πιο γλυκά
και τρυφερά πλάσματα.
Γίνονται φωτιά για χάρη σου και
σε ανεβάζουν στον έβδομο ουρανό.
Το λάθος δεν είναι μέσα στα σχέδια τους
και γι’ αυτό δε στο επιτρέπουν.
Θα σε συγχωρέσουν μία φορά ,αλλά
δε θα είναι ίδιες απέναντί σου.
Οι συμβιβασμοί με το «λίγο» και το «δεν ξέρω»,
τις κουράζει και τις κάνει να βαριούνται.
Το μότο τους άλλωστε είναι γνωστό
«ή όλα ή τίποτα».
Το μέτριο δε τους κάνει.
Είναι αχόρταγες και με μια απρόσμενη τρέλα που δύσκολα κατανοείς την πηγή και την αιτία της. Ξέρεις, από εκείνες τις τρέλες που μόνο ένα μικρό παιδί κι ένα μεγάλο μυαλό θα μπορούσε να σκεφτεί και να πράξει.
Μην προσπαθήσεις να τις κατακτήσεις
ή να τις φυλακίσεις. Τίποτα δε θα καταφέρεις.
Θα σου χαρίσουν λίγη από την ομορφιά τους
και τη γεύση τους κι ύστερα θα αποχωρήσουν,
για να σε κάνουν να τις θέλεις πάλι
και να τις θυμάσαι για μια ζωή.
Σιχαίνονται να έχουν αδυναμίες, αλλά
λατρεύουν να γίνονται η αδυναμία των άλλων
Η μυρωδιά τους είναι μεθυστική και βαριά
για να σε προκαλέσει να τη γυρέψεις.
Να βρεις από πού προέρχεται.
Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τους ηχούν
στους δρόμους περήφανα και με θρασύτητα,
αλλά ταυτόχρονα και με μια κομψότητα
και αρχοντιά από άλλη εποχή.
Έχουν τρόπους, είναι λιγομίλητες και ευγενικές.
Το βλέμμα τους, όμως, μπορεί να βάλει
στη θέση του και το πιο αναιδή άνθρωπο.
Είναι εκείνες οι γυναίκες που πρώτα
τις προσκύνησαν και μετά τις αγάπησαν.
Της Εύης Δικαίου
(αποσπασμα)

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2019

Λ. Μαχαιρίτσας - S. Adamo - Στο καφέ του χαμένου χρόνου

Τα βεγγαλικά σου μάτια - Λαυρέντης Μαχαιρίτσας

Σπύρος Ποταμίτης -Πάνω στο μπούστο σου


Πάνω στο μπούστο που έφεγγε τα βράδια όνειρα
τα διάφανα όχι της ψυχής σου μετρώντας άνθιζα
ανάμεσα σε λεξοκάμωτων βεγγέρων την κραιπάλη
άσωτος ψηλαφητής εκείνων που έσειαν ουτοπίες.
Ακόμα ανθισμένος σε βάζα μαραμένων κρίνων
λοβοτομούμαι ως δείγμα επιείκειας στ' άγνωστο
μ' όλη τη χάρη του τερπνού την άλικη αυταπάτη
κι όλο το μύρο των κορμιών που έπλαθαν ζωή.
Ζύμη της λήθης ο καρπός του αψεντιού της νύχτας
μέσα στης μέθης το κροτάλισμα με γαλουχούσε
κι απ' του ουρανού τα σήμαντρα στεντόρεια σιωπή
μέσα σου σαν αεράκι αλαφρύ πιστά με σεργιανούσε.
Νύφες της πίκρας οι χαρές στης γιορτής το βλέμμα
πρωί μες στο φιλί και μες στο ψέμα με γεννούσαν...

ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΟΥΣΗ "Ο ωκεανός"


Τόσο μικρός, τόσο εύθραυστος
" σκιάς όναρ".*
Πού χωράει αυτός ο ωκεανός;
Σε ποια διάσταση απλώνεται μέσα σου
και σε ταξιδεύει εν παντί καιρώ;
Πόσες φορές τον ένιωσες να πάλλεται
ανεξήγητα βαθιά σου;

Ο ωκεανός σου..., η τρικυμία σου...
η γαλήνη σου, η μικρή σου βάρκα
στο έλεος των ανέμων...
Στον πυθμένα του λυπημένα κείτονται
τα παλιά σου φεγγάρια.
Αλήτες γλάροι οι σκέψεις
κι οι ελπίδες σου.
Τα όνειρά σου στ' αφρισμένα κύματα,
στων ανέμων τη μοίρα.
Υπόγεια ρεύματα στροβιλίζουν τους πόθους σου, φερμένα απ' του ωκεανού σου
την άβυσσο...

Ο ωκεανός σου! Με νησιά φιλόξενα και μακρινά ερημονήσια.
Άλλοτε ορμάει με μανία στη μικρή σου ακτή
και άλλοτε σου αφήνει τρυφερά φιλήματα,
σταλμένα από βάθη μυστικά και άγνωστα.
Καράβια οι αγάπες σου...
Κάποια βουλιάζουν και χάνονται.
Άλλα ξεμακραίνουν γι' αγάπες καινούριες.

Είναι κι αυτά που σε παίρνουν μαζί τους,
που δεν φοβούνται τον ωκεανό σου,
γιατί πάλεψαν με τον δικό τους
κι από ωκεανούς καλά γνωρίζουν.

*Ο Πίνδαρος χαρακτήρισε έτσι τον άνθρωπο.

Μ.Κ.


Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Na m' agapas - Paulos Sidiropoulos (Lyrics)

Σπύρος Ποταμίτης-Νότα κλεμμένη


Νότα κλεμμένη από άλλη μουσική
το τικ τακ της καρδιάς μου ήχησε
ηχόχρωμα του δειλινού στη μέρα
που έδυε φιλιά στην αγκαλιά σου.
Κρατούσες το μυστικό θαλασσινό
πάνω στο βράχο της αλμύρας μου
κόρη που έψαχνε να βρει γιατρειά
στην ανοιχτή βουή του εσπερινού...
με τα σγουρά μαλλιά κατάστηθα
να σεργιανούν το θείο κορμί σου
και την ψυχή μου εκεί σιμά παιδί
π' ακροβατούσε πάνω στο κρίμα.
Νότα κλεμμένη από κιθάρας ενοχή
και βιολιού αθωωμένη ανατριχίλα..

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2019

Federico Garcia Lorca - ΣΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ - Μάνος Κατράκης



Σώμα στην πέτρα -Μετάφραση : Νίκος Γκάτσος

Η πέτρα είναι ένα μέτωπο μ’ όνειρα που στενάζουν
Μα δεν κρατάει κυρτό νερό και κρύα κυπαρίσσια
Η πέτρα πλάτη είναι γυμνή τον χρόνο να σηκώσει
Με δένδρα δακρυοπότιστα, κορδέλες και πλανήτες
Είδα βροχές σταχτιές βροχές στα κύματα να τρέχουν
Τα τρυπημένα υψώνοντας και τρυφερά τους χέρια
Να μην πιαστούν στο αγκάλιασμα της πλαγιασμένης πέτρας
Που καταλεί τη σάρκα τους και δε ρουφάει το αίμα
Γιατί η πέτρα είναι ανοιχτή σε σπόρους και σε νέφη
Σε σκελετούς κορυδαλλών και σ’αμφιλύκης λύκους
Μα ήχο κανένα δε γεννάει και κρύσταλλα και φλόγες
Παρά μονάχα ατέλειωτες αρένες δίχως τοίχους


Πάνω στην πέτρα ο Ιγνάθιο ο καλογεννημένος
Τέλειωσε πια. Τι μένει εδώ; Την όψη του κοιτάχτε:
Ο θάνατος τη σκέπασε με κερωμένα θειάφια
Και σκοτεινού μινώταυρου του φόρεσε κεφάλι
Τέλειωσε πια. Τώρα η βροχή στ’άδειο του στόμα μπαίνει
Τώρα ο αγέρας σαν τρελός φεύγει απ’ τα κούφια στήθη
Και ποτισμένος ο έρωτας με του χιονιού τα δάκρυα
Πάει ζεστασιά να ξαναβρεί ψηλά στα βοσκοτόπια
Ποιος μίλησε; Βαριά σιωπή σαν μπόχα βασιλεύει
Μπροστά μας είναι ένα κορμί στη σκοτεινιά δοσμένο
Μια κατακάθαρη μορφή που κάποτε είχε αηδόνια
Και τώρα τρύπες άπατες γεμάτη απ’ άκρη σ’άκρη
Ποιος θρόισε το σάβανο; Όχι, δε λέει αλήθεια
Κανείς εδώ δεν τραγουδάει κανείς εδώ δεν κλαίει
Κανείς σπιρούνια δε χτυπά και την οχιά δε σκιάζει:
Μόνο τα μάτια ολάνοιχτα θέλω εδώ πέρα να’χω
Να βλέπω τούτο το κορμί που αναπαμό δε θα’βρει