"Ίσως, όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον, έτσι που επιτέλους, να μπορέσουμε να γνωριστούμε." &line; ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Κυριακή 13 Μαΐου 2018
Παρασκευή 11 Μαΐου 2018
Πέμπτη 10 Μαΐου 2018
Τρίτη 8 Μαΐου 2018
Δευτέρα 7 Μαΐου 2018
Σάββατο 5 Μαΐου 2018
Τετάρτη 2 Μαΐου 2018
Τρίτη 1 Μαΐου 2018
Δευτέρα 30 Απριλίου 2018
Κυριακή 29 Απριλίου 2018
ΤΑ ΦΛΟΥΡΙΑ - ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ( Δροσουλίτες)
Τα φλουριά
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Χριστόδουλος Χάλαρης
Χρύσανθος
Σ’έρημο φαράγγι σε λυποποριά
Έχασα μαντήλι μ’ εκατό φλουριά
Ξόρκισα το χώμα έκανα σταυρό
Πριν αποσπερώσει να τα βρω
Τότε καρασκέρι γροίκησα μακριά
Κι είδα μες στο ήλιο στην κακοπετριά
Τρεις αλογολάτες με βαριά σπαθιά
Και τις αλυσίδες αρμαθιά
Τι’ναι το κισμέτι τι’ναι το γραφτό
Πριν το μονοπάτι πάρω να κρυφτώ
Μού’στησαν καρτέρι σε μια πατουλιά
Και με κλαίγαν δένδρα και πουλιά
Ήταν μαύρη Τρίτη μαύρο δειλινό
Κι έχασα τον κόσμο και τον ουρανό
Σε μεγάλο κάστρο σε βαθειά σπηλιά
Με τους πεθαμένους αγκαλιά
Ώσπου κάποιο βράδυ τρίξαν οι αρμοί
Κι άστραψε στην πόρτα λυγερό κορμί
Μια Βασιλοπούλα σαν τη Μαξιμώ
Πού’χε δυο φιδάκια στο λαιμό
Πάρε λέει τα φίδια, βάλ’τα στη καρδιά
Και μεγάλωσέ τα σαν μικρά παιδιά
Το’να είν’ ο Δράκος τ’άλλο ο Διγενής
Άξιο τους αδέρφι να γενείς
Κράτησα τα φίδια μες στην ερημιά
Βιος μου και ρεγάλο και κληρονομιά
Μου’φερναν καρύδια γάλα και ψωμί
Δίχως να γυρεύουν πλερωμή
Κι όταν κάποια νύχτα σώπασε η φωτιά
Σκάψανε του τοίχου τη ραγισματιά
Βρήκαν κερκοπόρτα και πρωί πρωί
Μού’δειξαν το δρόμο στη ζωή
Τώρα τι στα λέω τι στα μολογώ
Μάθε μόνο τούτο πού’μαθα κι εγώ
Αν κρατάς χρυσάφι πλούτη και φλουριά
Δεν κατέχεις τί’ναι λευτεριά
Σάββατο 28 Απριλίου 2018
ΗΕΛΤΙΟΣ: Ο ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ
''..είμαστε εμείς οι παίκτες και τα παίγνια κι οι εμπαιζόμενοι..''
Χαράζει, σβήνει τ’ όνειρο
και η καρδιά στενάζει
σε πόλη άπολις γυρνώ
που αίμα και δάκρυ στάζει.
και η καρδιά στενάζει
σε πόλη άπολις γυρνώ
που αίμα και δάκρυ στάζει.
Το βρέφος ψαύει το βυζί
κι η μάνα λιποψυχάει
Ηρώδης θερίζει τη ζωή
φονιάς καιρός χτυπάει.
κι η μάνα λιποψυχάει
Ηρώδης θερίζει τη ζωή
φονιάς καιρός χτυπάει.
Χέρι μακρύ δόλια χτυπά
την άδολη πατρίδα
κι ο εκπρόσωπος μου απαντά
δεν πρόσεξα, δεν είδα.
την άδολη πατρίδα
κι ο εκπρόσωπος μου απαντά
δεν πρόσεξα, δεν είδα.
Ξύπνα Ελλήνων η ψυχή,
σπάσε του νου τη ρώτα
φέρε την Πνύκα του λαού
στο φως όπως και πρώτα.
σπάσε του νου τη ρώτα
φέρε την Πνύκα του λαού
στο φως όπως και πρώτα.
Παρασκευή 27 Απριλίου 2018
Σπύρος Ποταμίτης- Κράτησε με μέσα σου.
Κράτησε με μέσα σου.
Στο εξαργυρωμένο φως η φυλακή μου
δεσπόζει σαν ένα αρχαιομυθικό τέρας.
Μνήμες χελιδονιών με ταξιδεύουν
στα κύματα αλλοπρόσαλλων εποχών.
Απόμερες γωνιές στη σκόνη γράφουν
ονόματα που δεν ήταν ποτέ θεοί μου.
Πάνω απ’ τους δρυμούς λάμψεις φτερών
κονταρομαχούν για ένα ψίχουλο επιβίωσης.
Εγώ που θέλω να ζήσω όπως μια πεταλούδα
είμαι ξένος στις τόσες αγκαλιές του μεσημεριού
που φέρνουν βαθύ ύπνο στα όνειρα μου.
Κράτησε με μέσα σου. Γιατί είναι μόνο η αρχή
της αμφιβολίας για τα όρια της υπομονής μου
στο λαβύρινθο της συγνώμης και της ικεσίας
κι ο Μινώταυρος αληθινός, κι ας μην το ξέρει,
μεταμφιεσμένος με προσωπίδα ανθρώπου
το φαράγγι με τις εφτά πληγές ορθάνοιχτο
στα στολίδια κι ετοιμόρροπο που βρυχάται,
άγριο θηρίο, στις αρένες των μελλοθανάτων.
Στο εξαργυρωμένο φως η φυλακή μου
δεσπόζει σαν ένα αρχαιομυθικό τέρας.
Μνήμες χελιδονιών με ταξιδεύουν
στα κύματα αλλοπρόσαλλων εποχών.
Απόμερες γωνιές στη σκόνη γράφουν
ονόματα που δεν ήταν ποτέ θεοί μου.
Πάνω απ’ τους δρυμούς λάμψεις φτερών
κονταρομαχούν για ένα ψίχουλο επιβίωσης.
Εγώ που θέλω να ζήσω όπως μια πεταλούδα
είμαι ξένος στις τόσες αγκαλιές του μεσημεριού
που φέρνουν βαθύ ύπνο στα όνειρα μου.
Κράτησε με μέσα σου. Γιατί είναι μόνο η αρχή
της αμφιβολίας για τα όρια της υπομονής μου
στο λαβύρινθο της συγνώμης και της ικεσίας
κι ο Μινώταυρος αληθινός, κι ας μην το ξέρει,
μεταμφιεσμένος με προσωπίδα ανθρώπου
το φαράγγι με τις εφτά πληγές ορθάνοιχτο
στα στολίδια κι ετοιμόρροπο που βρυχάται,
άγριο θηρίο, στις αρένες των μελλοθανάτων.
Κράτησε με, όπως κάποτε ένα χαμόγελο παιδιού
κρατούσε τον κόσμο ολόκληρο στην ευωδιά του
δε θέλω να είμαι η πυγολαμπίδα των άναστρων νυχτών
μήτε η φωτιά εκείνης της νύχτας του Άη Γιάννη
που έκαψε της ψυχής μου το μάλαμα πέφτοντας
σαν το λιωμένο μολύβι στο κρύο της «αγάπης».
Θέλω να είμαι μέσα σου όπως η έγνοια της μάνας
για το καμάρι της που μεγαλώνει στο στήθος της
ή μια σταγόνα βροχής στην απέραντη θάλασσα
που όπου κι αν πέσει θα ενσωματωθεί στο κορμί της.
κρατούσε τον κόσμο ολόκληρο στην ευωδιά του
δε θέλω να είμαι η πυγολαμπίδα των άναστρων νυχτών
μήτε η φωτιά εκείνης της νύχτας του Άη Γιάννη
που έκαψε της ψυχής μου το μάλαμα πέφτοντας
σαν το λιωμένο μολύβι στο κρύο της «αγάπης».
Θέλω να είμαι μέσα σου όπως η έγνοια της μάνας
για το καμάρι της που μεγαλώνει στο στήθος της
ή μια σταγόνα βροχής στην απέραντη θάλασσα
που όπου κι αν πέσει θα ενσωματωθεί στο κορμί της.
Κράτησε με μέσα σου. Οι συστάδες των ημερών
φυλλορροούν τις φωνές των γερασμένων αηδονιών
στο μεγάλο του χρόνου ποτάμι κι η βουή του
πνίγει τις ώρες τους στους αφρούς της οργής.
Γυμνά, σαν νεογέννητοι άνθρωποι, τα κλαριά
σηκώνουν τα χέρια τους στην ερημιά των ουρανών
και μαύρα πουλιά της λησμονιάς του ελέους
χτίζουν φωλιές μέσα στα ακατοίκητα των ψυχών.
φυλλορροούν τις φωνές των γερασμένων αηδονιών
στο μεγάλο του χρόνου ποτάμι κι η βουή του
πνίγει τις ώρες τους στους αφρούς της οργής.
Γυμνά, σαν νεογέννητοι άνθρωποι, τα κλαριά
σηκώνουν τα χέρια τους στην ερημιά των ουρανών
και μαύρα πουλιά της λησμονιάς του ελέους
χτίζουν φωλιές μέσα στα ακατοίκητα των ψυχών.
Ξέρω τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε «σ’ αγαπώ»
αυτοί που χθες οχυρωμένοι στην άκρη της ανυπαρξίας
βρήκαν την πόρτα διάπλατη και μπήκαν για το φως
που είχε αφήσει ανοιχτό ο αρχάγγελος του φόβου.
Ξέρω. Όμως η αλήθεια δε μιλιέται, μήτε ακούγεται
κι ούτε μπορεί από ένα ορφανό μολύβι να γραφτεί...
αυτοί που χθες οχυρωμένοι στην άκρη της ανυπαρξίας
βρήκαν την πόρτα διάπλατη και μπήκαν για το φως
που είχε αφήσει ανοιχτό ο αρχάγγελος του φόβου.
Ξέρω. Όμως η αλήθεια δε μιλιέται, μήτε ακούγεται
κι ούτε μπορεί από ένα ορφανό μολύβι να γραφτεί...
Γι’ αυτό κράτησε μέσα σου όπως ένα άστρο η νύχτα!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)