Χαράζει η αυγή στου κόσμου την αυλή
Ανοίγει διάπλατα του θέατρου η αυλαία
Κι εγώ στους δρόμους «ποιος είμαι’’ αναζητώ
στο « στόρι» παίζοντας με ξένο υποβολέα.
Σχισμένη
αφίσα στου τοίχου μια γωνιά
όνειρα
άστεγα στην άκρη απ΄στις διαβάσεις
λιοντάρια
ήρεμα στου τσίρκου τα κλουβιά
και
μια ζωή εξόριστη χωρίς προφάσεις.
Απ΄ του πελάγου το βυθό μια μουσική
καθώς παλεύει η ζωή να βρει σημαία,
και από της πόλης τα ιερά
παραγγελιά
των ξένων οίκων που μπήκαν στην παρέα.
Συντρίμμια αλήθεια και δρομάκια
ερημικά
σπασμένη στάμνα το λιόσταγμα χυμένο
μ’ ένα κερί στης αγοράς τη σκοτεινιά
εσένα άνθρωπε ζητώ και περιμένω .
Που
να σταθώ, πες μου πού να σταθώ
Κορμί
ανέστιο στον κόσμο περισσό,
Που
να πιαστώ, μάννα πού να πιαστώ
Κορμί
ανέστιο στον κόσμο περισσό.
26-4-2016