Share

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

Θάνου Μικρούτσικου Δημήτρης Μητροπάνος Στου αιώνα την παράγκα 1996 F...


Στιχοι ‘Αλκη Αλκαίου,
Στις ανθισμένες κορυφέςΖήτησες τη ζωή σουΣτ' άστρα της γης και τ' ουρανούΤο φως του παραδείσου
Χαράζει η μέρα σαν γυαλίΣτη κόψη κόβεις βόλτεςΠαρέα με λαθρόβιουςΠότες και μηχανόβιουςΠαράταιρους ιππότες
Στου αιώνα την παράγκαΣτρώσε τ' όνειρό σου μάγκαΜε βρισιές και προσευχέςΚαι της μάνας τις ευχές
Στου αιώνα την παράγκαΣτρώσε τ' όνειρό σου μάγκαΣτα κρυφά και ταπεινάΨάξε τα παντοτινά
Για μια Ντολόρες χάραξεςΤο δέρμα σου μια νύχταΚαι το κορμί σου κάρφωσεςΣτου φεγγαριού την πίστα
Μ' άφιλτρο τώρα κι αλκοόλΤσακίζεις τη φωνή σουΛηστής, Πιλάτος και ΧριστόςΕκεί που στάζει ο ΘεόςΘ' απλώσεις τη ζωή σου
Στου αιώνα την παράγκαΣτρώσε τ' όνειρό σου μάγκαΜε βρισιές και προσευχέςΚαι της μάνας τις ευχές
Στου αιώνα την παράγκαΣτρώσε τ' όνειρό σου μάγκαΣτα κρυφά και ταπεινάΨάξε τα παντοτινά
Στου αιώνα την παράγκαΣτρώσε τ' όνειρό σου μάγκαΣτα κρυφά και ταπεινάΨάξε τα παντοτινά

To Kakoithes Melanoma

Θάνος Μικρούτσικος, Άλκης Αλκαίος - Blues On The Road (Ανέκδοτες Ηχογραφ...


Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος Στίχοι: Άλκης Αλκαίος Όλα πεζά και μαγικά μετέωρα και οριστικά, μοιάζουν σ’ αυτόν το κόσμο. Κι εγώ στην άσωτη ζωή φύλλο στου ανέμου την πνοή, χαράζω και νυχτώνω. Πέρασα μπόρες και φωτιές ήπια παράφορες ματιές, και τώρα εδώ στα ξένα… Ανάβω ευχές και προσευχές για τις αστείρευτες ψυχές, για σένα και για μένα. Δεν έχω τόπο, εσύ ο τόπος μου και ο χρόνος. Δεν ξέρω τρόπο, ο μόνος δρόμος ειν’ ο δρόμος. Δραπέτες άγιοι και ληστές, μιλούν για το αύριο και το χτες με λόγια κουρασμένα. Πίνουν της λήθης το κρασί σ’ αχαρτογράφητο νησί, και με ρωτούν για σένα. Και εγώ τους λέω είσαι παντού, στο Μεξικό στο Κατμαντού, μετάξι στα κουρέλια. Στα όνειρα των εραστών, στα δάκρυα των ποιητών και στων τρελών τα γέλια.

Σάββατο 9 Μαρτίου 2024

Μίλτος Πασχαλίδης - Κλοουν - Official Audio Release



Μουσική: Μάριος Τόκας Στίχοι: Άλκης Αλκαίος
Δως μου μια μέρα αληθινή μες στην ψευτιά και την ντροπή Χίλιες μια νύχτες με μεθάς κλειστά χαρτιά μη μου κρατάς Τα όνειρα μας παίξαμε στον κόσμο δε χωρέσαμε Ψύχραιμοι τώρα και ταπί ας δούμε αλήθεια τι θα πει Κι αν η χαρά μας πέρασε κι αν η ζωή μας γέλασε εγώ είμαι εδώ και μη μου σκας Κλόουν θα γίνω να γελάς Της νύχτας μου βασίλισσα τα χρόνια μου ξεφύλλισα Μες την ψευτιά και την ντροπή δως μου μια μέρα αληθινή. Δως μου μια μέρα αληθινή τι παει χαμένο και τι ζει Πού θα ‘μαι αύριο αδιαφορώ Το «εδώ και τώρα» σου ζητώ Οι απαντήσεις λιώσανε κι οι ρήτορες τελειώσανε Σε μια παράλογη εποχή η λογική μου είσαι εσύ.

Ευδαίμονες - Μαραμπού (Live).wmv


Λένε γιὰ μένα οἱ ναυτικοὶ ποὺ ἐζήσαμε μαζὶ
πὼς εἶμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
πὼς τὶς γυναῖκες μ᾿ ἕνα τρόπον ὕπουλο μισῶ
κι ὅτι μ᾿ αὐτὲς νὰ κοιμηθῶ ποτέ μου δὲν πηγαίνω.
Ἀκόμα, λένε πὼς τραβῶ χασίσι καὶ κοκό,
πὼς κάποιο πάθος μὲ κρατεῖ φριχτὸ καὶ σιχαμένο,
κι ὁλόκληρο ἔχω τὸ κορμὶ μὲ ζωγραφιὲς αἰσχρές,
σιχαμερὰ παράξενες, βαθιὰ στιγματισμένο.
Ἀκόμα, λένε πράματα φριχτὰ πάρα πολύ,
ποὺ εἶν᾿ ὅμως ψέματα χοντρὰ καὶ κατασκευασμένα,
κι αὐτὸ ποὺ ἐστοίχισε σὲ μὲ πληγὲς θανατερὲς
κανεὶς δὲν τό ῾μαθε, γιατὶ δὲν τό ῾πα σὲ κανένα.
Μ᾿ ἀπόψε, τώρα ποὺ ἔπεσεν ἡ τροπικὴ βραδιά,
καὶ φεύγουν πρὸς τὰ δυτικὰ τῶν Μαραμποὺ τὰ σμήνη,
κάτι μὲ σπρώχνει ἐπίμονα νὰ γράψω στὸ χαρτί,
ἐκεῖνο, ποὺ παντοτινὴ κρυφὴ πληγή μου ἐγίνη.
Ἤμουνα τότε δόκιμος σ᾿ ἕνα λαμπρὸ ποστάλ
καὶ ταξιδεύαμε Αἴγυπτο γραμμὴ Νότιο Γαλλία.
Τότε τὴ γνώρισα σὰν ἄνθος ἐμοίαζε ἀλπικὸ
καὶ μία στενὴ μᾶς ἔδεσεν ἀδελφικὴ φιλία.
Ἀριστοκρατική, λεπτὴ καὶ μελαγχολική,
κόρη ἑνὸς πλούσιου Αἰγύπτιου ὁπού ῾χε αὐτοκτονήσει,
ταξίδευε τὴ λύπη της σὲ χῶρες μακρινές,
μήπως ἐκεῖ γινότανε νὰ τήνε λησμονήσει.
Πάντα σχεδὸν τῆς Μπασκιρτσὲφ κρατοῦσε τὸ Ζουρνάλ,
καὶ τὴν Ἁγία της Ἄβιλας παράφορα ἀγαποῦσε,
συχνὰ στίχους ἀπάγγελνε θλιμμένους γαλλικούς,
κι ὧρες πολλὲς πρὸς τὴ γαλάζιαν ἔκταση ἐκοιτοῦσε.
Κι ἐγώ, ποὺ μόνον ἑταιρῶν ἐγνώριζα κορμιά,
κι εἶχα μίαν ἄβουλη ψυχὴ δαρμένη ἀπ᾿ τὰ πελάη,
μπροστά της ἑξανάβρισκα τὴν παιδικὴ χαρὰ
καί, σὰν προφήτη, ἐκστατικὸς τὴν ἄκουα νὰ μιλάει.
Ἕνα μικρὸ τῆς πέρασα σταυρὸν ἀπ᾿ τὸ λαιμὸ
κι ἐκείνη ἕνα μοῦ χάρισε μεγάλο πορτοφόλι
κι ἤμουν ὁ πιὸ δυστυχισμένος ἄνθρωπος τῆς γῆς,
ὅταν ἐφθάσαμε σ᾿ αὐτὴν ποὺ θά ῾φευγε, τὴν πόλη.
Τὴν ἐσκεφτόμουνα πολλὲς φορὲς στὰ φορτηγά,
ὡς ἕνα παραστάτη μου κι ἄγγελο φύλακά μου,
καὶ μία φωτογραφία της στὴν πλώρη ἦταν γιὰ μὲ
ὄαση, ποὺ ἕνας συναντᾶ μὲς στὴν καρδιὰ τῆς Ἄμμου.
Νομίζω πὼς θὲ νά ῾πρεπε νὰ σταματήσω ἐδῶ.
Τρέμει τὸ χέρι μου, ὁ θερμὸς ἀγέρας μὲ φλογίζει.
Κάτι ἄνθη ἐξαίσια τροπικὰ τοῦ ποταμοῦ βρωμοῦν,
κι ἕνα βλακῶδες Μαραμποὺ παράμερα γρυλίζει.
Θὰ προχωρήσω!... Μία βραδιὰ σὲ πόρτο ξενικὸ
εἶχα μεθύσει τρομερὰ μὲ οὐίσκυ, τζὶν καὶ μπύρα,
καὶ κατὰ τὰ μεσάνυχτα, τρικλίζοντας βαριά,
τὸ δρόμο πρὸς τὰ βρωμερά, χαμένα σπίτια ἐπῆρα.
Αἰσχρὲς γυναῖκες τράβαγαν ἐκεῖ τους ναυτικούς,
κάποια μ᾿ ἅρπαξ᾿ ἀπότομα, γελώντας, τὸ καπέλο
(παλιὰ συνήθεια γαλλικὴ τοῦ δρόμου τῶν πορνῶν)
κι ἐγὼ τὴν ἀκολούθησα σχεδὸν χωρὶς νὰ θέλω.
Μία κάμαρα στενή, μικρή, σὰν ὅλες βρωμερή,
οἱ ἀσβέστες ἀπ᾿ τοὺς τοίχους της ἐπέφτανε κομμάτια,
κι αὐτὴ ράκος ἀνθρώπινο ποὺ ἐμίλαγε βραχνά,
μὲ σκοτεινά, παράξενα, δαιμονισμένα μάτια.
Τῆς εἶπα κι ἔσβησε τὸ φῶς. Ἐπέσαμε μαζί.
Τὰ δάχτυλά μου καθαρὰ μέτρααν τὰ κόκαλά της.
Βρωμοῦσε ἀψέντι. Ἐξύπνησα, ὡς λένε οἱ ποιητές,
«μόλις ἐσκόρπιζεν ἡ αὐγὴ τὰ ροδοπέταλά της».
Ὅταν τὴν εἶδα καὶ στὸ φῶς τ᾿ ἀχνὸ τὸ πρωινό,
μοῦ φάνηκε λυπητερή, μὰ κολασμένη τόσο,
ποὺ μ᾿ ἕνα δέος ἀλλόκοτο, σὰ νά ῾χα φοβηθεῖ,
τὸ πορτοφόλι μου ἔβγαλα γοργὰ νὰ τὴν πληρώσω.
Δώδεκα φράγκα γαλλικά... Μὰ ἔβγαλε μία φωνή,
κι εἶδα μία ἐμένα νὰ κοιτᾶ μὲ μάτι ἀγριεμένο,
καὶ μία τὸ πορτοφόλι μου... Μ᾿ ἀπόμεινα κι ἐγὼ
ἕνα σταυρὸν ἀπάνω της σὰν εἶδα κρεμασμένο.
Ξεχνώντας τὸ καπέλο μου βγῆκα σὰν τὸν τρελό,
σὰν τὸν τρελὸ ποὺ ἀδιάκοπα τρικλίζει καὶ χαζεύει,
φέρνοντας μέσα στὸ αἷμα μου μία ἀρρώστια τρομερή,
ποὺ ἀκόμα βασανιστικὰ τὸ σῶμα μου παιδεύει.
Λένε γιὰ μένα οἱ ναυτικοὶ ποὺ ἐκάμαμε μαζὶ
πὼς χρόνια τώρα μὲ γυναίκα ἐγὼ δὲν ἔχω πέσει,
πῶς εἶμαι παλιοτόμαρο καὶ πὼς τραβάω κοκό.
Μ᾿ ἂν ἤξεραν οἱ δύστυχοι, θὰ μ᾿ εἶχαν συχωρέσει...
Τὸ χέρι τρέμει... Ὁ πυρετός... Ξεχάστηκα πολύ,
ἀσάλευτο ἕνα Μαραμποὺ στὴν ὄχθη νὰ κοιτάζω.
Κι ἔτσι καθὼς ἐπίμονα κι ἐκεῖνο μὲ κοιτᾶ,
νομίζω πὼς στὴ μοναξιὰ καὶ στὴ βλακεία τοῦ μοιάζω ...

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Δρόμοι στο φως (Horizon) - Βασίλης Λέκκας

Στίχοι: Μαρία Παπαδάκη Μουσική: Παναγιώτης Στεργίου Ερμηνευτές: Βασίλης Λέκκας Μεθυσμένο καράβι ο καιρός κι η ζωή ναυαγός, που παλεύει στο κύμα να βρει τη στεριά και το φως. Μα εσύ καπετάνιος, θεός το τιμόνι κρατάς το ταξίδι που πας γυρισμός άμα δεν προσκυνάς. Να το ζεις, να το λες το μπορώ που αλλάζει ζωές. Όλα αυτά που ζητάς είναι εκεί, που φοβάσαι να πας. Μη λυγάς, μη λυγάς. Μεθυσμένο καράβι ο καιρός, το σκοτάδι πυκνό κι ονειρεύεσαι δρόμους στο φως, καθαρό ουρανό. Μα τα όνειρα είναι κλειδιά, που ανοίγουν κελιά. Δεν υπάρχουν στη γη φυλακές να κλειδώνουν ψυχές. Να το ζεις, να το λες το μπορώ που αλλάζει ζωές. Όλα αυτά που ζητάς είναι εκεί, που φοβάσαι να πας. Να το ζεις, να το λες το μπορώ που αλλάζει ζωές. Τα φτερά τα φοράς μα θ’ ανοίξουν αν πεις πως τολμάς να πετάς, να πετάς. Το μπορώ να το λες, να το λες, να το ζεις, να το λες, να το λες. Το μπορώ να το λες, να το ζεις, να τολμάς να πετάς, να πετάς. Να τολμάς να πετάς, να πετάς ψηλά, ψηλά.

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

Σωκράτης Μάλαμας - Νυχτερινό - Official Audio Release

Στίχοι: Δημήτρης Παπαχαραλάμπους Μουσική: Σωκράτης Μάλαμας Στίχοι Την πέτρα ρώτησα να πει τι ξέρει και αντέχει κι εκείνη μου `πε: τη σιωπή για μυστικό της έχει τ’ αστέρι ρώτησα μετά, τι έχει μάθει ως τώρα... Τα χίλια χρόνια, μ’ απαντά, περνάνε σε μιαν ώρα Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια κόκκινη κηλίδα, λάβα το φως αιμορραγεί να κάψει ό,τι είδα. Το χώμα ρώτησα ξανά, παλιά αν ήταν σώμα και μου `πε: τα ψηλά βουνά κι αυτά θα γίνουν χώμα. Κι ύστερα εσένανε ρωτώ το νόημα του κόσμου και λες: το χέρι σου κρατώ κι εσύ είσαι δικός μου Και πάνω ο ήλιος μια πηγή, μια χρυσαφένια βρύση, νερό το φως του να πνιγεί όποιος θέλει να ζήσει.


Τα Μεροκάματα - Πάνος Παπαϊωάννου


Μουσική: Χρυσόστομος Καραντωνίου Στίχοι: Δημήτρης Παπαχαραλάμπους Μικρά τα μεροκάματα τα δωρεάν πιο λίγα ξεκίνησα χαράματα μα πουθενά δεν πήγα Φθηνά τα λόγια τα πολλά και ακριβή μια λέξη ποιος αγοράζει ποιος πουλά και ποιος μου τα'χει κλέψει Δεν είναι που προσπάθησα όσο κανείς δεν ξέρει είναι που όσα κράτησα μου κάψανε το χέρι Δεν είναι που κουράστηκα να περιμένω κάτι είναι που δεν φαντάστηκα ότι ποτέ δε θα'ρθει. Μικρά τα μεροκάματα και οι αγκαλιές πιο λίγες σε κοίταξα κατάματα εσύ όμως δεν με είδες Φθηνά τα λόγια τα πολλά και ακριβή μια λέξη ποιος αγοράζει ποιος πουλά εσύ που τα έχεις κλέψει Δεν είναι που σε αγάπησα όσο κανείς δεν ξέρει είναι που δεν σε κράτησα ποτέ απο το χέρι. Δεν είναι που κουράστηκα να περιμένω μόνο είναι που δεν φαντάστηκα πως χάθηκε στον δρόμο _________________________________________________ Τα «Μεροκάματα» είναι το τραγούδι που κέρδισε το βραβείο κοινού στους φετινούς Αγώνες Δημιουργίας Ελληνικού Τραγουδιού της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών (2014).

Δήμος Μούτσης - Γουώκμαν


Στίχοι- Μουσική: Δήμος Μούτσης Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά Κάτι ακούγεται εδώ κάτι ακούγεται εκεί Που με παίρνει και με πάει και δε με βγάζει πουθενά Σκοτεινή και παράξενη ετούτη η εποχή Σιωπηλή μουσική, ηχηρή μοναξιά Όχι, όχι δε βρίσκω δε βρίσκω άλλες λέξεις Έτσι ωραία να ζωγραφίζουν την πολυσύχναστη ερημιά Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει Ακούω μόνο γουώκμαν Τα φεγγάρια με τους μύθους συναντιόνται τις νύχτες Σε γιορτές αδελφοσύνης ενός άλλου καιρού Που ολοένα ξεμακραίνουν, ξεμακραίνει και πάλι Για να γεννηθεί και πάλι στην φαντασία ενός παιδιού Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει Ακούω μόνο γουώκμαν Μια φωνή που τη γνωρίζω κάθε βράδυ στα όνειρά μου Παραιτήσου μου φωνάζει παραιτήσου από παντού Είναι τα ίδια μου τα λόγια που επιστρέφουν σε μένα Έτσι καθώς σου τραγουδάω με το σφυγμό ενός νεκρού Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Ωχ αμάν, αμάν Και ως πότε τούτη η άμυνα και ως που θα μας βγάλει Ακούω μόνο γουώκμαν