Share

Κυριακή 13 Αυγούστου 2023

ΑΠΟ ΝΤΡΟΠΗ (Σχεδίασμα β)

 “Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου εκμηδένισε κάθε ίχνος επιβίωσής μου. Δεν μπορώ να βρω άλλο τρόπο αντίδρασης εκτός από ένα αξιοπρεπές τέλος, πριν αρχίσω να ψάχνω στα σκουπίδια για να επιβιώσω και γίνω βάρος στο παιδί μου”. Πλατεία Συντάγματος. 4.4.2012.



Έφυγαν,
έχοντας φτάσει στην άκρη της απελπισιάς
δίχως ελπίδα να βρουν το δίκιο τους
και δύναμη ν’ αντέξουν την ντροπή
στην αποικία.

Πολίτες-οπλίτες αυτοί,
από καταγωγή,
δεν άντεξαν τον ευτελισμό
και την πατρίδα τους υποταγμένη
στους ανθύπατους και τους επιτρόπους.

«Δεν είναι η Ελλάδα μας αυτή»,
«Δεν είναι αυτή η πολιτεία μας»
«Εδώ κατοικούν άνθρωποι άλλης φυλής»
ακούστηκε.

Μεσάνυχτα πάνω στις ράχες των βουνών έγραψαν
τη διαθήκη τους,
μάταια περιμένοντας το σύνθημα των συντρόφων
που παρήλαυναν συντεταγμένοι στην ομίχλη.
Σπιθοβολούσε απάνω τους το στερέωμα
και στ’ άστρο που λαμπύριζε μιλούσαν:
«Νοιώσε με˙
δεν μπορώ να κοιτάξω άνθρωπο στα μάτια,
δεν αντέχω άλλο τη ντροπή».

Ώρες πολλές μονάχοι στης αξιοπρέπειας το πέρασμα απομονωμένοι
δίχως κανένας να τους γνοιάζεται
δίχως κανένας να τους κατανοεί
στο περιθώριο πεταμένοι και στις επικλήσεις της ενσυναίσθησης
αποκλεισμένοι από κάθε ζωή
αποκομμένοι από κάθε ελπίδα ελπίδα
αποξενώθηκαν, ώσπου ζήτησαν τη δύναμη και πήραν
στα χέρια τους
την τελευταία τους δυνατότητα.

Δεν ακούστηκε πυροβολισμός
μες την κυκλοφορία και τα σφυρίγματα της τροχαίας.
Βρέθηκε ακέραιος, με το κεφάλι γερμένο αριστερά,
ένα σημείωμα στο χέρι
και λίγες λέξεις κολλημένες στο στόμα
απ’ τον Ηράκλειτο, τον Παρμενίδη ή το Δημόκριτο-
δύσκολο να το διακρίνεις.

Το λευκό τους πουκάμισο το φούσκωνε ο αέρας
καθώς έπεφταν στο κενό
και σμάρι περιστέρια κατέβαιναν μαζί τους
κλείνοντας οριστικά τον κύκλο τους στην ιστορία

που  του σκοτεινού Εγώκαιρου αιχμάλωτη

έμαθε τζάμπα και δίχως υποχρέωση να φιλοξενείται
στο  πεδίο βαρύτητας το ιερό
του Ήλιου.

13/8/23

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

ΡΙΤΣΟΣ-

 

Δύσκολες ώρες, δύσκολες στον τόπο μας. Κι αυτός ο περήφανος,

γυμνός, ανυπεράσπιστος, ανήμπορος, αφέθηκε να τον βοηθήσουν,

εγγράψαν υποθήκες πάνω του, πήραν δικαιώματα, αξιώνουν,

μιλάνε για λογαριασμό του, του ρυθμίζουν την ανάσα, το βήμα,

τον ελεούν, τον ντύνουν μ' άλλα ρούχα ξέχειλα, χαλαρωμένα,

του σφίγγουν μ' ένα καραβόσκοινο τη μέση. Εκείνος,

μέσα στα ξένα ρούχα, ούτε μιλάει κι ούτε πια χαμογελάει

μη και φανεί που ανάμεσα στα δόντια του κρατάει (ως και την ώρα του ύπνου)

σφιχτά σφιχτά, σαν ύστατο οβολό του, (μόνο τώρα βιός του)

γυμνό, απαστράπτοντα κι ανένδοτο, το θάνατό του.

ΡΙΤΣΟΣ

Πέμπτη 3 Αυγούστου 2023

ΗΕΛΤΙΟΣ- Τα είδε όλα


Τα είδε όλα
Τα αισθάνθηκε όλα·
άγνωστο ωστόσο μένει το από πού κοίταξε
κι είδε
τα μύχια της ζωής και τ’ αόρατα.
Θέλει γενναιότητα να δεις και ψυχή
το δίκιο στο γκρεμό
για να το συγκρατήσεις
Θέλει αντίκρισμα αρετής κι η αμαρτία
και εκκλησιά στο ξέφωτο ν' ανέβεις και
να προσκυνήσεις.
Αγέρωχος διάβηκε μπροστά μου κι ανηφόρισε
τη ζωή πρώτη στη θεία τάξη ιεραρχώντας
έτσι που θέση περίοπτη κέρδισε εντός μου
και δίχως να το καταλάβω
την οδό την άνω και την κάτω στο σταυροδρόμι
για πάντα διαχώρισε.
Ιούλιος-Αύγουστος2018

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

Παλαμᾶ: Αὔγουστος

 

Μέσ' από μιά ροδακινιά ξανθή
Ὁ Αὔγουστος τὶς χάρες του σκορπίζει
'Σὰν τὸ χλωρὸ ροδάκινο μυρίζει,
'Σὰν τὸ χλωρὸ ροδάκινο ἀνθεῖ:
Καρποβολοῦν 'ς τὸ διάβα του οἱ κάμποι,
Τὸ κῦμ' ἀνατριχιάζ', ἡ νύχτα λάμπει.
'Σ τὴ γῆ πατεῖ τὸ πόδι, καὶ λευκὰ
Κι' ἀρχοντικὰ τὰ κρίνα θὲ ν' ἀνοίξουν·
Τὰ χέρια του 'ς τὰ κλήματα θὰ 'γγίξουν,
Καὶ 'σὰ' ματάκια μαῦρα ἡδονικά,
'Σὰ' νάεινε κεχριμπάρια, ἢ κόρης χείλια,
Γυαλίζουν μέσ' 'ς τἀμπέλια τὰ σταφύλια.
Γλυστρᾷ τὸ φύσημά του 'ς τὰ νερά,
Καὶ νὰ τὰ μαϊστράλια τὰ δροσάτα
Τὰ πρῶτα τοῦ φθινόπωρου μαντάτα
Μᾶς φέρνουν 'ς τὰ γαλάζια τῶν φτερά.
Ἀπ' τἁλωνάρη τὶς φωτιὲς ψημμένη
Ἡ γῆ τὸν λαχταρεῖ, καὶ ξανασαίνει.
Τὸν βλέπει τὸ Φεγγάρι ἀπὸ 'ψηλὰ
Καὶ τὸ χτυποῦν τοῦ Ἔρωτα οἱ σαΐτες,
Καὶ μ' ὅλα του τὰ κάλλη, τοὺς μαγνῆτες.
Στολίζεται καὶ σείεται καὶ γελᾷ,
Καὶ πέρνει ἀκόμ' ἀπ' τἄστρα, καὶ ἀπὸ 'κεῖνα,
Κάθε γλυκειὰ τρεμουλιασμένη ἀκτῖνα.
'Σ τ' Αὐγούστου τὸ φεγγάρι ἕναν καιρὸ
'Νυχτέρευαν 'ς αὐλὲς καὶ παραθύρια
Οἱ λιγερὲς μὲ πούλιες καὶ τιρτίρια
Κεντῶντας ἀκριβῶν προικιῶν σωρό.
Γι' αὐτὸ 'χουν τὰ παλῃὰ κεντίδια χάρι
'Σὰν νὰ τοῖς μένῃ κἄτι ἀπὸ φεγγάρι.
'Σ τ' Αὐγούστου τὸ φεγγάρι μὲ μαλλιὰ
Σγουρόξανθα 'ς τὴν πόρτ' ἀκουμπισμένη
Μιὰ κόρη τὸν καλό της περιμένει...
Τἄστρο κ' ἡ κόρη μιὰ φεγγοβολιὰ
Σκορπίζουνε· μιὰ γνώμη λὲς πῶς κλειοῦνε,
Καὶ μὲ τὸν ἴδιο πόνο ἀγαποῦνε.
Αὔγουστος 1883.
Πηγή: Κ. Παλαμᾶ, Ἅπαντα, Τόμος Α΄. Γ΄ ΕΚΔΟΣΗ, ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ
ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ, ΜΗΝΕΣ