Share

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ 17-8-2015



Στο θεϊκό πρόσωπό σου
αφήνομαι
μέχρι ν’ αναληφθώ 
στους εφτά ουρανούς σου
όπου εσπερινός ποτέ δεν σήμανε
και μάτι δεν εισχώρησε προφήτη,
αφήνοντας  των σημείων τους τη σκιά
πάνω στα δίχτυα  των ψαράδων
και την εκδίκηση της σιωπής
ωσάν  σκουριά
πάνω στα σιδερένια δόκανα
των κυνηγών
της ζωής μας.
17-8-2015

Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ (4-8-2015)

Με το φως σου μετρώ τα βήματά μου
και πορεύομαι με την πνοή σου
στα μωβ κυκλάμινα των γκρεμών.
4-8-2015

ΗΕΛΤΙΟΣ (4-8-2015)

Τί να ρωτήσω το φως;
Δε μιλά.
Φέγγει μόνο
το δρόμο
για να ρωτήσω μια ψυχή
που μοιάζει με ψυχή μου!
4-8-2015

Κυριακή 2 Αυγούστου 2015

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Αντώνης Αντωνάκος - Προσχέδιο για μιαν ωδή στο Σαλβαδόρ Νταλί


Ω αγαπημένε Σαλβαδόρ, διεστραμμένε
που όλες σου οι φιληνάδες είναι ψήγματα χρυσού
και σφραγίδες σε παλαιά γραμματόσημα του πολέμου.
Που όλα τα μουστάκια σου είναι αιμοβόρα
κι όλες οι αναπνοές σου αφρισμένα μουνιά.
Ω Σαλβαδόρ άντρα απ’ τα βάθη του πανικού,
ξεσχισμένε από δολάρια,
ήρωα μιας εποχής χωρίς κομπιούτερ,
εν πλήρη στύσει.
Σαλβαδόρ που κρέμασες
εικονίσματα στα τσιγκέλια σου.
Αγίους των αστραπών.
Διαβόλους των ψυχών που αναστήθηκαν απ’ τα κάτεργα.
Ποιητές της καισαρικής τομής
του βασιλιά ήλιου των απολαύσεων.
Σαλβαδόρ γόη, καρδινάλιε με ράσα στολισμένα
γλώσσες των επισκόπων της Ισπανίας.
Σαλβαδόρ παλαιοημερολογίτη και γλείφτη της Γκαλά
που δεν έγινες καθηγητής
σε σκοταδερό λύκειο της επαρχίας
αλλά διακονιάρης της τρέλας.
Που δεν έγινες σεβάσμιος παιδεραστής
της Αγίας καθολικής εκκλησίας
αλλά πρόεδρος όλων των ατομικών εκρήξεων
κι όλων των φόβων.
Σαλβαδόρ μπήχτη και Σαλβαδόρ κόκορα
που σ’ έσφαξε στην αυλή του ο Φράνκο
και σε κάρφωσε στον τοίχο του ο καπιταλιστής.
Σαλβαδόρ δισκοπότηρο και Σαλβαδόρ βόθρε,
δωρητή γεννητικών οργάνων και γενετήσιων ορμών.
Αδερφέ, λάτρη της μυθολογίας και της γύμνιας.
Που κυνήγησες γυμνά κορίτσια του χωριού
για να τα κάνεις μανουάλια.
Σάτυρε που πέρασες τον Κίτρινο Ποταμό
ως στρατηγός Τσαγκ και κατέλαβες το Πεκίνο.
Βαρβάτε σταχτωμένε γάτε της Ανδαλουσίας
που λούφαζες πάντα στα προικιά των Νυμφών.
Που δούλεψες σκαφτιάς με το Λόρκα στα θερμοκήπια.
Σαλβαδόρ λαβωμένε
που δεν έγινες ήρωας ή δάσκαλος στα γηρατειά.
Σαλβαδόρ αλλαντικό από άνθρωπο και ζώο,
εκκλησία και σφαγείο.
Σαλβαδόρ από νεκρικούς χορούς και τρυφερότητα,
πρίγκιπα κάθε πατροκτονίας
που έκανες τους φτωχούς να σηκώσουν κεφάλι
και να δουν το φεγγάρι.
Που ανατίναξες μαγαρισμένα καρβέλια.
Σαλβαδόρ συγγενή μου και κάλπικη δεκάρα,
σκιάχτρο στην άβυσσο της τρέλας,
καταφερτζή.
Σαλβαδόρ αδύνατε εκ γενετής,
ιδρυτή του Κράτους της λαιμαργίας.
Θεοποιητή των σηκωμένων ποδιών,
σκηνίτη και χρυσοθήρα.
Εμπρηστή των νεόνυμφων ιλίγγων.
Σαλβαδόρ ζητιάνε μ’ ένα κομμάτι κρεμμύδι
για το δείπνο σου.
Σαλβαδόρ τομάρι στους φράχτες των μουσείων
που όλο παραμιλούσες και ξυνόσουν στον ύπνο σου
όπως κι εγώ.
Ω Σαλβαδόρ έκανες τη δουλειά σου σωστά,
μια για πάντα.

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ-ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ

Τι να πω στον Προμηθέα-
-τον Δεσμώτη και τον Πυρφόρο-
που  τα βάσανά του για τον άνθρωπο
καπηλεύονται τώρα οι ερεβομανείς
και την ποίηση παραποιούν για  πάρτη τους
και τη δημιουργικότητα σε καταστροφικότητα τρέπουν
και σε κεραυνό του Δία;

Άπολεις και ανίεροι,
στο ζώδιο του  Εγώ-καιρου αγρυπνούντες,
κλέβουν από παντού ό,τι μπορούν
με Τέχνη κι Επιστήμη,
τον Αμαζόνιο ρημάζοντας της ζωής
και το ξωτικό μας κετζάλ αφανίζοντας--
μάγοι θεοί της εκ του μηδενός δημιουργίας
που  τους ναούς επινόησαν
των χρηματιστηρίων Αξιών!


ΗΕΛΤΙΟΣ -ΣΟΛΩΝ


Μόνος,
δίχως  θεούς να επινοώ  και πλάσματα να προσκυνώ της φαντασίας,
την άτρεμη αλήθεια ομολογώ που φτάνει στην καρδιά μου,
όπως όταν ξεμυτίζει τη νύχτα κίτρινο νύχι το φεγγάρι
και βλέπεις πάνω στο πέλαγος να τρεμοπαίζουν
της  ψηλής λεύκας τ’  ασημίζοντα φύλλα.

Ω  άθετη αιτία -αείζωον σπέρμα-
και της γένεσης ιεροί κύκλοι
και της ποίησης οδυνηροί δρόμοι,
και του Γολγοθά ανυπέρβλητε Λόγε,
ένας ο χτύπος σας στην καρδιά μου
κι ένας ο λυγμός μου
εδώ στο σκοτεινό  πόντο όπου πορεύομαι
δίχως πόρο να βρίσκω ανάμεσα στο ένα και τα πολλά.

Ω  θνητή ύπαρξη
-από ανέσπερο φως σημαδεμένη
που γέρνεις πληγωμένη στ’ ασφοδίλια-
στους  χάρτες δε χωράς και στων πυραμίδων τους ίσκιους.
Ξυπόλητος άνεμος το πόδι σου στην αλυσίδα
κι οι τόποι σου  βαθιά γκρεμνά κι απάτητες βουνών σπηλιές
κοντά στα λάφια και τ’ αγρίμια.

Τό’ ξερε ο Θησέας
και τον ιερό δρόμο απάλλαξε από τον Πολυπήμονα,
κι  ο Σόλωνας, αντί για  βασιλιά-φιλόσοφο,
το Δήμο θέσπισε των πολιτών γνώμες κι αλήθειες  να συζητάνε
και το κοινό αγαθό για την πόλη οι ίδιοι αυτοί ν’ αποφασίζουν--
με κίνδυνο πάντα να λαθέψουν και τ’ άδικο να πράξουν! 

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

Ηέλτιος- ΠΟΛΕΜΟ ΖΟΥΜΕ


Πόλεμος πάντων μεν πατήρ έστι.
                    Ηράκλειτος (απ.53)

Του λόγου δ' εόντος ξυνού, ζώουσιν οι πολλοί
ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν.
                      Ηράκλειτος (απ.2)

'Οτι πολεµάτε για ν' αδράξετε
µ' ενός άδειου λόγου ορµή,
το ζητάνε αυτοί µε τ' άρµατα στα χέρια,


                          Κ. Παλαμάς (Δωδεκάλογος του Γύφτου, ΣΤ)

α’

Πώς να σε βρω, αδελφέ,
και πώς να μέ’βρεις;

Πόλεμο ζούμε,  ως  τό’πε ο Ηράκλειτος,
και μες στο εμπόλεμο πορεύονται όλα 
τόπο κοινό μη βρίσκοντας για να ομονοήσουν.

Κοινός  ο Λόγος (οδός άνω κάτω μια και αυτή),
αλλά εμείς ο ένας απέναντι στον άλλο πολεμάμε,  
άλλοι μπροστά στα τείχη αμυνόμενοι της Τροίας κοντά στον
Πρίαμο και τον Έκτορα,
και άλλοι προς τα τείχη  επελαύνοντες  κοντά στους
Ατρείδες και τον Αχιλλέα --
άγρια θηρία σαν  από είδη χωριστά που μπήκαν
στην αρένα.

Ροδίζει  στο πέλαγο η αυγή
και ο εωθινός  ψαλμός  ξεσπάει στ’ αρμυρίκια,
ενώ στον κάμπο που απλώνεται μέχρι τα τείχη πέρα,
χέρια σπαρμένα και άταφοι νεκροί
κι η άμαξα που απομακρύνεται με τον ικέτη γέρο
με τ’ άψυχο σώμα του Έκτορα στα  στήθη του γερμένο.

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ-ΜΟΝΟΣ

Τι τα θές
μόνος και νεύμα αγάπης πουθενά--
θες να το παρεμπόδισε ο τείχος
θες να το παραποίησε το κρύσταλλο
θες να μην το θέλησε ποτέ της
ή να μην ήτανε εκεί;

Είναι βλέπεις κι οι ιδιοτροπίες μου
όλο γυμνός να προχωρώ
και να φαίνονται οι πληγές μου
και σώμα να φορώ από άγριο ζώο
που δε λέει να εξημερωθεί.
Κι έπειτα, μπορεί και να μην είμαι
γιατί  μόνο έτσι εξηγώ
 τ’ ότι  μπορώ τα βράδια να τη συναντώ
στο ακρογιάλι.
16-6-2015.

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ-Απαγγελία από τη ΣΥΜΦΩΝΙΑ1

Τ. ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣhttp://www.xristianiki.gr/media/T_Livaditis_Symphonia1.mp3

Γιάννης Ρίτσος-Παραδοχή


Νικημένος απ’ το γαλάζιο
με το κεφάλι ακουμπισμένο στα γόνατα της σιωπής
πεθαμένος από ζωή
πεθαμένος από νιότη
βουλιαγμένος κάτου απ’ τη φωτιά του
με το φύκι σαλεύοντας στη μασκάλη του-
Το κύμα της μέρας δεν εύρισκε αντίσταση
μήτε σ’ ένα χαλίκι της σκέψης του.
Είταν έτοιμος πια για τον έρωτα
και για το θάνατο.
Από τη σειρά Σημειώσεις στα περιθώρια του χρόνου (1938-1941

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ-Απαγγελία από τη ΣΥΜΦΩΝΙΑ1


Τ. ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣhttp://www.xristianiki.gr/media/T_Livaditis_Symphonia1.mp3

ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ-ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ

http://www.sarantakos.com/et.html

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

PITSIRIKI1-Σαν ένα κουβάρι μαλλί για πλέξιμο.

XREOS5_457_355
Αντιμέτωπος πάλι με ένα άσπρο χαρτί, με μόνο όπλο ένα στυλό και κάποιες ανέμελες και ακατάσχετες σκέψεις. ‘Μαθαίνω ξανά να περπατάω’ σκέφτομαι και ακουμπάω το στυλό επάνω στο χαρτί. Στην αρχή ζωγραφίζω σχήματα. Άλλοτε κύκλους (‘ζωή είναι αυτή καρδιά μου’), άλλοτε παραλληλόγραμμα (‘μέσα σε τέσσερις τοίχους ζούμε’), άλλοτε γραμμές τεθλασμένες (‘σαν γράφημα της ζωής μας, μία πάνω μία κάτω, σε δουλειά να βρισκόμαστε’), ευθείες (‘δύσκολα να τις κρατήσεις’), καμπύλες (‘έτσι έχουμε μάθει να καμπυλώνουμε τις σκέψεις μας’). Κάπου-κάπου αφήνω μόνο τελείες (‘στίγματα επάνω στα κορμιά μας τα πάθη’). Τα σχήματα αυτά δεν απεικονίζουν κάτι το συγκεκριμένο. Μόνο τον δαίδαλο που το μυαλό μου ορίζει. Σαν ένα κουβάρι μαλλί για πλέξιμο. Πριν το πάρει στα χέρια της η γριά-μοίρα και το ξεμπλέξει. Και το ορίσει. Και το γυρίσει στον τροχό της ζωής. Πιάνω να γράψω κάποιες λέξεις. Περνάνε πολλές από το μυαλό μου. Δεν γράφω καμία. Δεν θέλω να αδικήσω καμία. Δεν βρίσκω εκείνη που θα την ορίσω αρχηγό. ‘Αρχηγός των λέξεων’. Καλός τίτλος για μία λέξη. Καλός τίτλος για λέξεις που ζητάνε αυτοεπιβεβαίωση. Τέτοιες πολλές όσοι και οι άνθρωποι που τις λένε, τις εκφέρουν. Βρήκα μία. Την λένε ‘ζωή’. ‘Καλή φαίνεται’ σκέφτομαι και αρχίζω να πλέκω γύρω της μια ιστορία. Μικρή ζωή, καλή ζωή, αφόρητη ζωή, όμορφη ζωή, “ζωή που δεν μοιράζεται, είναι ζωή κλεμμένη”. Τόσοι πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για ένα τόσο μικρό ουσιαστικό. Τόσοι πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για ένα τόσο ιδιαίτερο δώρο. Αγωνιώ στην σκέψη που θα καταλήξει η ιστορία μου. Προσπαθώ να την φτιάξω έτσι ώστε να έχει καλό τέλος. Όμορφο. Να συνάδει με τα όνειρα που κάνει ο καθένας μας για την ζωή του. Θαλπωρή, ηρεμία, γαλήνη. Χωρίς άσκοπες ανατροπές και ηθελημένα τέλματα. Ορίζω την αρχή. Χρόνια παιδικά, χρόνια εφηβικά. Συνειδητοποίηση. Κάπου στην μέση φτάνω στο τώρα. Το παρατηρώ από άλλη οπτική γωνία. Την γωνία αυτού που αποτυπώνει και όχι την γωνία αυτού που βιώνει. Σίγουρα εκ του ασφαλούς. Λες και η ασφάλεια είναι για αυτούς που θέλουν να βιώσουν στο μεδούλι τους την ζωή. Με αφήνω να γράψω απερίσπαστος από τις βολεμένες σκέψεις μου. Μου βγαίνει ένας θυμός, μία άρνηση, μία πίκρα. Μου βγαίνει όμως και μια καλοσύνη, ένα χαμόγελο, μια γλυκύτητα. Σκέφτομαι εσένα προφανώς, δεν χρειάζεται να ψάξεις το γιατί. Κοιτάω μπροστά. Προσπαθώ να προβλέψω τα μελλούμενα. Ποτέ δεν ήμουν καλός σε αυτό. Δεν έχω το κληρονομικό χάρισμα, που θα έλεγες χαριτολογώντας. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να βασίσω τις προβλέψεις μου στα δεδομένα του τώρα. Έχοντας γνώση του τώρα, μπορώ να έχω γνώμη για το αύριο. Δικές σου κουβέντες είναι. Το ξέρεις. Έτσι πράττω. Και βλέπω το τέλος που ήθελα να έχω στην ιστορία μου. Αποτυπώνω την θαλπωρή, την ηρεμία, την γαλήνη. Αποτυπώνω εμάς. Χωρίς πολλά λόγια…
εγραψε το πιτσιρικι
http://pitsirikidotnet.gr/2014/11/%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%B2%CE%AC%CF%81%CE%B9-%CE%BC%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%AF-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%80%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B9%CE%BC%CE%BF/

Αυτοέκδοση για συγγραφείς από Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές

ΕΔΩ.
στε μόνοι το βιβλίο ΣΑΣ, με κόστος που μπορείτε να αντέξετε, στην πιο ποιοτική έκδοση.
Αυτοέκδοση για συγγραφείς από Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ-ΠΟΙΟΣ ΒΛΕΠΕΙ;

Τι να πεις; Ποιος βλέπει;
Συνεχές το φάσμα των χρωμάτων
μα ασυνεχής ο νους: 
πότε ο βράχος που σε κοιτάζει
και πότε εσύ που τον κοιτάς,
κι ανάμεσό τους χάσμα της αστερωμένης νύχτας
και το παθιασμένο κόκκινο φιλί σου που ταξιδεύει
στο γράμμα μέσα αεροπορικώς.
11-6-2015

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Άγγελος Σικελιανός «Το τραγούδι της Καλυψώς» : Σημειώσεις Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Κωνσταντίνου Μάντη



Το ευρύχωρο άντρο, γιόμιζεν από τα κυπαρίσσια
Μιαν ήρεμη ευωδιά –
Κι από των ξέρρηχων φυκιών την ακροπελαγίσια
Πνοήν, η θεία βραδυά.

Έτσι, ως μπροστά της έπλεχε, μιά κι’ άλληνε πλεξούδα,
Γιομάτη και χρυσή,
Αργά, το ηλιοβασίλεμμα, η Νύφη, ορτή, τραγούδα
Και βόγγαε το νησί.
Και καθώς πλέρια στα πυκνά του δάσου, αχτίδα νάμπει,
Στο γέρσιμο του Ηλιού,
Μέσα της ξάφνου απόκρυφος χορός φτεράει και λάμπει
Στο διάνεμα πουλιού –
Κι’ απ’ την ισκιά ζερβόδεξα, στων μούσκλων τα βελούδα,
Αν την ακουμπά ο κρουνός,
Άγνωρη ανάβρα ολόγυρα σαλεύει η πεταλούδα
Και κόσμος εαρινός
Μ’ ανεβρυτό περνάει φτερό κι ανεβοκατεβαίνει
Στη φλόγινη αστραπή
Χρυσός, πρασινογάλανος, φωτιά, σε μαγεμένη
Διαβατική σιωπή –
Κι όπως, αν γύρει στ’ ανοιχτά, σε πέλαγο ή σε κάμπο,
Τα πάντα διαπερνά,
Τα ξερά ‘γκάθια διάφωτα με κρουσταλλένιο λάμπο
Σαλεύουν φωτεινά,
Τ’ άσπρα τα πέλαα των σταχυών και τα βουνά, τελειώνει
Με διαμαντένια ακμή –
Κ’ αχτίδα σα βροχόσταλα στου πεύκου το βελόνι
Γλιστράει κάθε στιγμή,
Τ’ άγριο το κύμα, ως τάλογο, που ωρτώθη στα καπούλια
Κρεμάει – κι’ από ψηλά,
Σα βρύση αφίνει τον αφρόν, από άμετρα κανούλια,
Φλογάτος να κυλά,
Έτσι, απ’ την άκρατη λαμπρή φωνήν, ό,τι διαβαίνει,
Διαβαίνει δίχως σκιά
Και στης αθάνατης χαράς τον ήλιον ανεβαίνει
Που τραγουδά η Θεά –
Και μ’ άγνωρο βαθύ παλμό τριγύρα σταματάνε
Στη βαθουλή σπηλιά,
Τ’ αλάφια Διοκαταίβατα, να ποτιστούνε ως πάνε
Και τα τρανά πουλιά,
«Λαμπρέ θνητέ σε χαιρετώ∙ – Σου θέρισε, σα στάχυα
Τα κύματα μακριά
Η ευκή μου∙ και τραβήχτηκε, πάνω απ’ τα μαύρα βράχια
Η θλιβερή σου σκιά.
Με το καλόν οπ’ ώφυγες και πια δε σου προσμένω
Τα μέλη τα γερά,
Οπ’ ώσβυνα τον πόθο σου, σα σίδερο αναμμένο
Μέσα στα κρύα νερά –
Μαζί σου, αν γεύτηκα, θνητέ, της γης αδρό σα μέλι
Στη βαθουλή σπηλιά,
Των Ολυμπίων τον έρωτα κιάν ένιωσες στα μέλη
Σε αργόπορη αγκαλιά,
Δε χάρηκες μ’ ελεύτερη καρδιά, με αστρίτη μάτι,
Τη θεϊκή μου ορμή
Που ως κύμα εγλίστρα απάνω σου – κι’ η νοσταλγία σ’ επάτει,
Για μιας θνητής κορμί;
...
διάνεμα = νεύμα
μούσκλα = βρύα
κρουνός = βρύση
ανάβρα = πηγή νερού που αναβλύζει

http://latistor.blogspot.gr/2012/09/blog-post_28.html