Share

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

Ελλαδογραφία - Μ.Θεοδωράκης -- Ν.Γκάτσου - Μ.Χατζηδάκι






Στίχοι:  
Νίκος Γκάτσος
Μουσική:  
Μάνος Χατζιδάκις


Τω καιρώ εκείνο ο ακμαιότερος κλάδος της πελασγικής δρυός
εκάλυπτε τρεις οικισμούς πέριξ του μυστηριώδους Βράχου της Ακροπόλεως.
Αλλά μετά τα δραματικά γεγονότα της Μεσοποταμίας, τα οποία οδήγησαν
εις την έξωσιν των πρωτοπλάστων εκ της κοιλάδος του Τίγρεως και
προεκάλεσαν σύγχυσιν εις τας φρένας των ανθρώπων, οι οικισμοί
των Αθηνών ήρχισαν να πληθύνονται παραλόγως.
Αποτέλεσμα υπήρξεν η αλματώδης επέκτασις της πόλεως και η δημιουργία
του λεγομένου άστεως, το οποίο κατά τους αρχαιοπλήκτους ιστορικούς
εμεγαλούργησε και περιεβλήθη την αίγλην της αιωνιότητος.

Επίσκοποι και προεστοί
κατακτητές και στρατηλάτες
επαναστάτες και αστοί
της ιστορίας οι πελάτες.

Αλλά οι αρχαίοι Θεοί, εν τη μερίμνη των δια τα υπόλοιπα πελασγικά
φύλα, απεφάσισαν την βαθμιαία κατάρρευσιν των Αθηνών ως ηγέτιδος
πόλεως και την απαλλαγήν του Ελληνισμού, ως εθνικού πλέον συνόλου,
εκ των κινδύνων του συγκεντρωτισμού. Κατά τους επόμενους μακρούς αιώνας
κατεβλήθησαν αρκεταί προσπάθειαι δια την αναβίωσιν του παλαιού άστεως,
αλλ’ αύται απέβησαν άκαρποι. Ευτυχώς δε, διότι κατά την νεωτέραν και σκληροτέραν δοκιμασίαν
του γένους, η εκ νέου κυριαρχία των Αθηνών θα απεδυνάμωνε τας
κορυφάς και τας πεδιάδας της πελασγικής γης,
αι οποίαι διεμόρφωσαν την οριστικήν φυσιογνωμίαν της φυλής και κατηύγασαν
δι’ ανεσπέρου φωτός τους ομιχλώδεις ορίζοντας της
περιδεούς ανθρωπότητος.

Στο Σούλι και στην Αλαμάνα
κάναμε φως τη συμφορά
θα μας θυμούνται τάχα μάνα
καμιά φορά;

Ματαία ελπίς. Ουδείς τους ενεθυμήθη ως ζωσας αιωνιότητας,
ουδείς τους κατενόησεν εις τας πραγματικάς των διαστάσεις. Και αι
Αθήναι, καταστάσαι πρωτεύουσα νεοπαγούς κράτους, ήρχισαν να
προετοιμάζονται δια την εκ νέου απορρόφησιν της ικμάδος του έθνους.
Αλλά η προγονική κληρονομία δεν είχεν εξ ολοκλήρου σπαταληθή και
οι μεταγενέστεροι αδελφοί του μικρού Χορμόπουλου, εκ των Ηπειρωτικών
ορέων και εξ όλων των στενωπών της αθανάτου πατρίδος, διέπλευσαν την
Αχερουσίαν της μοίρας των με την γαλήνην του μαρτυρίου και της θυσίας.
Και τα βαρβαρικά έθνη ηπόρησαν και κατ’ ιδίαν εκάγχασαν ακριβώς όπως
αι Αθήναι.

Χτυπάτε της οργής προφήτες
καμπάνα στην Καισιαριανή
νά `ρθουν απόψε οι Διστομίτες
νά `ρθουν κι οι Καλαβρυτινοί
με σπαραγμό κι απελπισία
για τη χαμένη τους θυσία.

Άραγε είναι αληθές ότι η θυσία των απέβη επί ματαίω;
Ουδείς δύναται να αποφανθή μετά βεβαιότητος και ουδείς δύναται να
προεξοφλήση το μέλλον διότι η ιστορία των ανθρώπων είμαι μία
συνεχής παλινδρόμησις. Αλλά με την διαρκώς ογκούμενην υπερτροφίαν της
Αττικής αι προοπτικαί διαγράφονται σκοτειναί. Οι αρχαίοι Θεοί δεν
υπάρχουν πλέον δια να δώσουν την λύσιν, και ούτω, θάττον η βράδυον,
αι Αθήναι θα συγκεντρώσουν εις τους κόλπους των και θα εξαφανίσουν δια
παντός την Ελληνικήν αρετήν, ως ο Κρόνος εις το απώτατον παρελθόν
κατέτρωγε τα ίδια αυτού τέκνα ή ως ο Ήλιος εις το απώτατον μέλλον θα
συγκεντρώσει εις τας αγκάλας του τους πλανήτας του
και θα καταβροχθίσει αυτούς!
Γένοιτο! και εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.

Πότε θ’ ανθίσουνε τούτοι οι τόποι;
Πότε θα `ρθούνε κανούργιοι ανθρώποι
να συνοδεύσουνε την βλακεία
στην τελευταία της κατοικία;

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2019

Μαρία Παπαγεωργίου - Ανάθεμα τον αίτιο

Μάνος Χατζιδάκις - Τύψεις | Manos Hadjidakis - Typseis - Official Audio ...

Μιλτος πασχαλιδης - Φωτια μου





Με χάδια τρομαγμένα,

με διψασμένα χάδια
του νου μου τα σκοτάδια
απόψε ντύνομαι
Λευκό πανί υψώνω
και πάω όπου με πάει
αυτό που με σκορπάει,
σου παραδίνομαι

Φωτιά μου εσύ κι αέρας
στο σύνορο τούτης της μέρας
Τη φλόγα σου δώσ' μου
και γίνε μου φως μου
χρυσόμαλλο δέρας
Φωτιά μου εσύ κι αέρας
στο σύνορο τούτης της μέρας
Το γέλιο σου δώσ' μου
και γίνε του κόσμου
το πέρας

Μονάχη μες τους ξένους
και μες τους φίλους μόνη
να `ξερα τι σε σώνει
στον πόνο στη χαρά
Γυαλί που δεν ραγίζει
θα `βρισκα να σου τάξω
Πες μου πως να πετάξω
με δανεικά φτερά

Φωτιά μου εσύ κι αέρας
στο σύνορο τούτης της μέρας
Τη φλόγα σου δώσ' μου
και γίνε μου φως μου
χρυσόμαλλο δέρας
Φωτιά μου εσύ κι αέρας
στο σύνορο τούτης της μέρας
Το γέλιο σου δώσ' μου
και γίνε του κόσμου το πέρας

Της φυλακής μου πόρτα
εσύ και αντικλείδι
και γω μικρό στολίδι
στον άσπρο σου λαιμό
Θα πω ένα τραγούδι
σήκω να το χορέψεις
Τα μάτια να μου κλέψεις
για πάντα πριν χαθώ

Μίκης Θεοδωράκης - Μαρία Παπαγεωργίου | Αγάπη [Αλληλογραφία]





Αγάπη

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Στίχοι: Κώστας Τριπολίτης
Από τον κύκλο τραγουδιών "Ραντάρ" , 1981

Αγάπη του ψωμιού και της φωτιάς
αγάπη της αρμύρας
ρεκλάμες θα μας πνίξουν κι αδειανά
κονσερβοκούτια μπύρας

Πού να σε ταξιδέψω
γυαλιά και λαμαρίνες
γεμίσανε τα χρόνια
με εκτελεσμένους μήνες

Αγάπη του ψωμιού και της βροχής
αγάπη στα μπαλκόνια
στην άσφαλτο τα αίματα θα δεις
και πλαστικά μπιτόνια

Πού να σε ταξιδέψω
γυαλιά και λαμαρίνες
γεμίσανε τα χρόνια
με εκτελεσμένους μήνες

Jose Feliciano - Rain [Lyrics]

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

Το γυμνό τραγούδι- Θοδωρής Βουτσικάκης, Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων Δήμου Π...




Ο Σάτυρος ή το γυμνό τραγούδι
. . . . . . . . .
Όλα γυμνά τριγύρω μας,
όλα γυμνά εδώ πέρα,
κάμποι, βουνά, ακροούρανα,
ακράταγ’ είναι η μέρα.

Διάφαν’ η πλάση, ολάνοιχτα
τα ολόβαθα παλάτια·
το φως χορτάστε, μάτια,
κιθάρες, το ρυθμό.
Εδώ είν’ αριά κι αταίριαστα


λεκιάσματα τα δέντρα,
κρασί είν’ ο κόσμος άκρατο,
εδώ είν’ η γύμνια αφέντρα.
Εδώ είν’ ο ίσκιος όνειρο,
εδώ χαράζει ακόμα

στης νύχτας τ’ αχνό στόμα
χαμόγελο ξανθό.
Εδώ τα πάντα ξέστηθα
κι αδιάντροπα λυσσάνε·
αστέρι είν’ ο ξερόβραχος,

και το κορμί φωτιά ’ναι.
Ρουμπίνια εδώ, μαλάματα,
μαργαριτάρια, ασήμια,
μοιράζει η θεία σου γύμνια,
τρισεύγενη Αττική!

Εδώ ο λεβέντης μάγεμα,
η σάρκα αποθεώθη,
οι παρθενιές, Αρτέμιδες,
Ερμήδες είναι οι πόθοι.
Εδώ κάθε ώρα ολόγυμνη,

θάμα στα υγρόζωα κήτη,
πετιέται κι η Αφροδίτη
και χύνεται παντού.
—Παράτησε το φόρεμα,
και με τη γύμνια ντύσου,

Ψυχή, της γύμνιας ιέρισσα,
ναός είναι το κορμί σου.
Μαγνήτεψε τα χέρια μου,
της σάρκας κεχριμπάρι,
τ’ ολύμπιο το νεχτάρι

της γύμνιας δώσ’ να πιω.
Σκίσε τον πέπλο, πέταξε
τον άμοιαστο χιτώνα
και με τη φύση ταίριασε
την πλαστική σου εικόνα.

Λύσε τη ζώνη, σταύρωσε
τα χέρια στην καρδιά σου·
πορφύρα τα μαλλιά σου,
μακρόσυρτη στολή.
Και γίνε ατάραχο άγαλμα,

και το κορμί σου ας πάρει
της τέχνης την εντέλεια
που λάμπει στο λιθάρι·
και παίξε και παράστησε
με της ιδέας τη γύμνια

τα λυγερά τ’ αγρίμια,
τα φίδια, τα πουλιά.
Και παίξε και παράστησε
τα ηδονικά, τα ωραία,
λαγάρισε τη γύμνια σου

και κάμε την ιδέα.
Τα στρογγυλά, τα ολόισα,
χνούδια, γραμμές, καμπύλες,
ω θείες ανατριχίλες,
χορεύτε ένα χορό.

Μέτωπο, μάτια, κύματα
μαλλιά, γλουτοί, λαγόνες,
κρυφά λαγκάδια, του Έρωτα
ρόδα, μυρτιές, κρυψώνες,
πόδια που αλυσοδένετε,

βρύσες του χάιδιου, ω χέρια,
του πόθου περιστέρια,
γεράκια του χαμού!
Και ολόκαρδα, κι αμπόδιστα
λογάκια, ω στόμα, ω στόμα,

σαν το κερί της μέλισσας,
σαν του ροδιού το χρώμα.
Τα κρίνα τ’ αλαβάστρινα,
του Απρίλη θυμιατήρια,
ζηλεύουν τα ποτήρια

του κόρφου σου.— Ω! να πιω,
να πιω στα ροδοχάραγα,
στα ορθά, στα σμαλτωμένα,
το γάλα που ονειρεύτηκα
της ευτυχίας· εσένα.

Εγώ είμαι ιεροφάντης σου,
βωμοί τα γόνατά σου,
στην πύρινη αγκαλιά σου
θεοί θαματουργούν.
Μακριά μας όσα αταίριαστα,

ντυμένα και κρυμμένα,
τα μισερά και τ’ άσκημα
και ακάθαρτα και ξένα.
Ορθά όλα· ξέσκεπα, άδολα,
γη, αιθέρες, κορμιά, στήθια.

Γύμνια είναι κι η αλήθεια,
και γύμνια κι η ομορφιά.
—Στη γύμνια την ηλιόκαλη
της αθηναίισσας μέρας
κι ανίσως και φαντάξει σου

κάτι άντυτο σαν τέρας,
κάτι σα δέντρο αφύλλιαστο
και δίχως ίσκιου χάρη,
αδούλευτο λιθάρι,
ξεραγκιανό κορμί,

κάτι γυμνό και ξέσκεπο
στα ολανοιγμένα πλάτια,
που ζωντανό θα το ’δειχναν
μόνο δυο φλόγες μάτια,
κάτι που από τους σάτυρους

κρατιέται, και είν’ αγρίμι,
και είν’ η φωνή του ασήμι,—
μη φύγεις· είμ’ εγώ,
ο Σάτυρος. Και ρίζωσα
σαν την ελιά εδώ πέρα,

λιγώνω τους αγέρηδες
με τη βαθιά φλογέρα.
Και παίζω και παντρεύονται,
λατρεύονται, λατρεύουν,
και παίζω και χορεύουν

ανθρώποι, ζα, στοιχειά.

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2019

Μάνος Χατζιδάκις - Ένα ρολόι στο καπηλιό - Official Audio Release




Στίχοι - Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Συ που θα πας ... Σςς μη μιλάς,
Συ που θα πας σε ξένη γη.
Σαν έρθει η αυγή.
Να θυμηθείς.
Τι προσπαθείς;
Να σταματήσω τη στιγμή.
Μας προσπερνά, δεν ωφελεί.
Αν φύγεις, φεύγει.

Δεν μπορώ.
Ο χρόνος φεύγει
Όχι εγώ ...
Ανέβα πάνω στο λεπτό,
στον λεπτοδείχτη.
Κράτα γερά.
Οι δείχτες σπρώχνουν το λεπτό,
είναι από σίδερο γερό
δεν τους βαστώ ...
Συ κράτα τούτη τη στιγμή.
Του ρολογιού τον χτύπο.
Και φκιάξε επίμονο ρυθμό
που να ’χει μέσα τον καιρό ...
Και τον χαμό ...
Χρέος πικρό ...
Πού είσαι, πες μου;
Εδώ μακριά σου ...
Έφυγε κι όλας η στιγμή
οριστικά.
Και γίναν όλα διαφορετικά.
Και η σιωπή ...
Που ακολουθά ...
Μας παρασέρνει, μας μεθά ...
Και μας βυθίζει στην αρχή ...
Του χρόνου πριν να γεννηθεί .
Μνήμη πιστή
Πάει να σβηστεί ...

Εκπομπή αφιερωμένη στο βιβλίο, με παρουσιαστή τον ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΙΚΟ. Θέμα του επεισοδίου είναι η ζωή και το έργο του ΝΑΝΟΥ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ

Οι Costas Tsiantis και Νάνος Βαλαωρίτης (Nanos Valaoritis) κοινοποίησαν ένα σύνδεσμο.
ARCHIVE.ERT.GR
ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ 0000076926 Εκπομπή αφιερωμένη στο βιβλίο, με παρουσιαστή τον ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΙΚΟ. Θέμα του επεισοδίου είναι η ζωή και το έργο του ΝΑΝΟΥ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗ. Πλήρης Τε...

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ- Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοά μέσα στην πλάση


“Τις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη
βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η
γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους
κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες
των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι
οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών
κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί
όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) αναγαλλιάζουν οι ψυχές, και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός αρχάγγελος του Παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε κορμί: Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
Τίποτε μη φοβάσαι.
Έαρ, χειμώνας, θέρος-
όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου μαζί σου.”
(Α. Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδ. Ίκαρος)
Εικαστικό : Vincent van Gogh. Mulberry Tree. October 1889.

A CASA D' IRENE-NICO FIDENCO

ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ- ΤΟ ΘΑΥΜΑ

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

Εύη Δικαίου-Γυναίκες

Είναι εκείνες οι γυναίκες που πρώτα
τις προσκύνησαν και μετά τις αγάπησαν.
Θα τις δεις να περπατάνε μέσα
στον κόσμο ανέγγιχτες κι αγέρωχες.
Είναι εκείνη η πάστα γυναικών που ποτέ
δεν είχαν ανάγκη τίποτα και κανέναν,
αν δε το ήθελαν οι ίδιες.
Είναι οι γυναίκες που δημιουργούν εκείνες
τις ευκαιρίες και δεν περιμένουν
από το κάρμα και την τύχη.
Διαλέγουν πάντα εκείνες
και ποτέ δε τις διαλέγουν, ούτε και
επιτρέπουν να είναι η δεύτερη επιλογή.
Δε δίνονται ποτέ ολοκληρωτικά,
μα αν τις αγαπήσεις και τους ανοίξεις
την καρδιά, γίνονται τα πιο γλυκά
και τρυφερά πλάσματα.
Γίνονται φωτιά για χάρη σου και
σε ανεβάζουν στον έβδομο ουρανό.
Το λάθος δεν είναι μέσα στα σχέδια τους
και γι’ αυτό δε στο επιτρέπουν.
Θα σε συγχωρέσουν μία φορά ,αλλά
δε θα είναι ίδιες απέναντί σου.
Οι συμβιβασμοί με το «λίγο» και το «δεν ξέρω»,
τις κουράζει και τις κάνει να βαριούνται.
Το μότο τους άλλωστε είναι γνωστό
«ή όλα ή τίποτα».
Το μέτριο δε τους κάνει.
Είναι αχόρταγες και με μια απρόσμενη τρέλα που δύσκολα κατανοείς την πηγή και την αιτία της. Ξέρεις, από εκείνες τις τρέλες που μόνο ένα μικρό παιδί κι ένα μεγάλο μυαλό θα μπορούσε να σκεφτεί και να πράξει.
Μην προσπαθήσεις να τις κατακτήσεις
ή να τις φυλακίσεις. Τίποτα δε θα καταφέρεις.
Θα σου χαρίσουν λίγη από την ομορφιά τους
και τη γεύση τους κι ύστερα θα αποχωρήσουν,
για να σε κάνουν να τις θέλεις πάλι
και να τις θυμάσαι για μια ζωή.
Σιχαίνονται να έχουν αδυναμίες, αλλά
λατρεύουν να γίνονται η αδυναμία των άλλων
Η μυρωδιά τους είναι μεθυστική και βαριά
για να σε προκαλέσει να τη γυρέψεις.
Να βρεις από πού προέρχεται.
Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τους ηχούν
στους δρόμους περήφανα και με θρασύτητα,
αλλά ταυτόχρονα και με μια κομψότητα
και αρχοντιά από άλλη εποχή.
Έχουν τρόπους, είναι λιγομίλητες και ευγενικές.
Το βλέμμα τους, όμως, μπορεί να βάλει
στη θέση του και το πιο αναιδή άνθρωπο.
Είναι εκείνες οι γυναίκες που πρώτα
τις προσκύνησαν και μετά τις αγάπησαν.
Της Εύης Δικαίου
(αποσπασμα)

Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2019

Λ. Μαχαιρίτσας - S. Adamo - Στο καφέ του χαμένου χρόνου

Τα βεγγαλικά σου μάτια - Λαυρέντης Μαχαιρίτσας

Σπύρος Ποταμίτης -Πάνω στο μπούστο σου


Πάνω στο μπούστο που έφεγγε τα βράδια όνειρα
τα διάφανα όχι της ψυχής σου μετρώντας άνθιζα
ανάμεσα σε λεξοκάμωτων βεγγέρων την κραιπάλη
άσωτος ψηλαφητής εκείνων που έσειαν ουτοπίες.
Ακόμα ανθισμένος σε βάζα μαραμένων κρίνων
λοβοτομούμαι ως δείγμα επιείκειας στ' άγνωστο
μ' όλη τη χάρη του τερπνού την άλικη αυταπάτη
κι όλο το μύρο των κορμιών που έπλαθαν ζωή.
Ζύμη της λήθης ο καρπός του αψεντιού της νύχτας
μέσα στης μέθης το κροτάλισμα με γαλουχούσε
κι απ' του ουρανού τα σήμαντρα στεντόρεια σιωπή
μέσα σου σαν αεράκι αλαφρύ πιστά με σεργιανούσε.
Νύφες της πίκρας οι χαρές στης γιορτής το βλέμμα
πρωί μες στο φιλί και μες στο ψέμα με γεννούσαν...

ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΟΥΣΗ "Ο ωκεανός"


Τόσο μικρός, τόσο εύθραυστος
" σκιάς όναρ".*
Πού χωράει αυτός ο ωκεανός;
Σε ποια διάσταση απλώνεται μέσα σου
και σε ταξιδεύει εν παντί καιρώ;
Πόσες φορές τον ένιωσες να πάλλεται
ανεξήγητα βαθιά σου;

Ο ωκεανός σου..., η τρικυμία σου...
η γαλήνη σου, η μικρή σου βάρκα
στο έλεος των ανέμων...
Στον πυθμένα του λυπημένα κείτονται
τα παλιά σου φεγγάρια.
Αλήτες γλάροι οι σκέψεις
κι οι ελπίδες σου.
Τα όνειρά σου στ' αφρισμένα κύματα,
στων ανέμων τη μοίρα.
Υπόγεια ρεύματα στροβιλίζουν τους πόθους σου, φερμένα απ' του ωκεανού σου
την άβυσσο...

Ο ωκεανός σου! Με νησιά φιλόξενα και μακρινά ερημονήσια.
Άλλοτε ορμάει με μανία στη μικρή σου ακτή
και άλλοτε σου αφήνει τρυφερά φιλήματα,
σταλμένα από βάθη μυστικά και άγνωστα.
Καράβια οι αγάπες σου...
Κάποια βουλιάζουν και χάνονται.
Άλλα ξεμακραίνουν γι' αγάπες καινούριες.

Είναι κι αυτά που σε παίρνουν μαζί τους,
που δεν φοβούνται τον ωκεανό σου,
γιατί πάλεψαν με τον δικό τους
κι από ωκεανούς καλά γνωρίζουν.

*Ο Πίνδαρος χαρακτήρισε έτσι τον άνθρωπο.

Μ.Κ.


Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Na m' agapas - Paulos Sidiropoulos (Lyrics)

Σπύρος Ποταμίτης-Νότα κλεμμένη


Νότα κλεμμένη από άλλη μουσική
το τικ τακ της καρδιάς μου ήχησε
ηχόχρωμα του δειλινού στη μέρα
που έδυε φιλιά στην αγκαλιά σου.
Κρατούσες το μυστικό θαλασσινό
πάνω στο βράχο της αλμύρας μου
κόρη που έψαχνε να βρει γιατρειά
στην ανοιχτή βουή του εσπερινού...
με τα σγουρά μαλλιά κατάστηθα
να σεργιανούν το θείο κορμί σου
και την ψυχή μου εκεί σιμά παιδί
π' ακροβατούσε πάνω στο κρίμα.
Νότα κλεμμένη από κιθάρας ενοχή
και βιολιού αθωωμένη ανατριχίλα..