Share

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

Σπύρος Ποταμίτης- «Η αναδυόμενη Αφροδίτη κι ο Κοντορεβιθούλης»

Αυτό το παιδάκι που θα μας μαρτυρούσε στο θεό
φαίνεται πως τελικά δεν πήγε στον Παράδεισο…
Ίσως και να μην είχε τα ναύλα…
………………………………………………….
Δεν είμαι Ελύτης εγώ. Γι’ αυτό δε θέλω
να σας δείξω τις αντικριστές αμμουδιές
μήτε τα τόσα ευλαβικά μπλε του Αιγαίου.
Τα φιλιά της αρμπαρόριζας και της ελιάς
τ’ αρχαία σκαριά ποτέ δε με ταξίδεψαν.
Ούτε τη γλώσσα του Ομήρου κατέχω
για να νοώ τους θρήνους της Σαπφούς.
Γεννήθηκα ενός ταπεινού Ιονίου βράδυ
πασπαλισμένος με τ’ άστρα της Ιθάκης
και του Διονυσίου Σολωμού τα δάκρυα.
Κι ως δεν αποσύνδεσα ποτέ την Ελλάδα
στην ψυχή μου, δεν ξέρω από ξαρχής
να την ξαναφτιάξω ‘με μια ελιά, ένα
αμπέλι κι ένα καράβι’, εγώ ο δόλιος
που φύτρωσα σ’ ένα κοχύλι απάνω
να περιμένω εκεί τη θάλασσα ξανά
για όταν θελήσει κάποτε να με πάρει.
………………………………………………..
Γι’ αυτό δε βρίζω τον κόσμο με ‘άξιον εστί’
εγώ ο ανάξιος να τεντώσω το δάχτυλο
δείχνοντας ένα σημείο του ορίζοντα.
Και πώς… αφού δεν κοίταξα τον ουρανό
από το μέσο πελάγου, αλλά απ’ ολούθε
για να συλλέξω το μπλε πέπλο του νου
το τόσο διάφανο που να φαίνονται οι θεοί
και να μας βλέπουν καθώς αγγιζόμαστε
ο ένας στην αγκαλιά του θανάτου του άλλου.
Γι’ αυτό τα σήμαντρα του δικού μου Πάσχα
δε σήμαναν ποτέ σε ξωκλήσια και ναούς
παρά μόνο στα πλευρά του ανθρώπου
που έγερνε το κορμί, όχι για να προσευχηθεί,
αλλά να γονατίσει μπροστά στους νεκρούς
για τη σωτηρία της εφήμερής του ύπαρξης.
Δες πως κουδουνίζουν οι μαργαρίτες
όταν ανάβει ο ήλιος την πλαγιά του λόφου
και φαίνονται οι σταυροί που φυτεύτηκαν
για ν’ αφήσουν τόπο στη ζωή και χωράφι
να βρίσκει σπόρο το παιδί να μεγαλώσει.
Άκου το μαράζι της θάλασσας στο κύμα
για τα παιδιά που πνίγηκαν ψάχνοντας
έναν τόσο δα κόκκο άμμου δικό τους
για να’ χουν κάπου να κρατηθούν ξανά
αφού το ιερό του σπιτιού τους, το άβατο,
τους το γκρέμισαν γυρεύοντας πλούτη.
Κάψου απ’ τις αμαρτίες των αρετών σου
όπως η λαμπάδα που κρατάς, Ανάσταση
να φωτίσεις ενός κόσμου ξένου, μακρινού,
εξορισμένου κάπου στους γαλαξίες ή ίσως
ντουφεκισμένου μπροστά στους τοίχους
των μοναστηριών που άγιασαν το θάνατο.
Γι΄ αυτό δε φυτεύω τα δειλινά με ‘αμήν’
και των αυγών τα ‘δόξα σοι’ με φιλιά Ιούδων.
Μόνο στον ίσκιο της ροδακινιάς σηκώνω πανί
για το άρωμα του γινομένου φρούτου, όπως
το φουστάνι μιας εγκυμονούσας να φανεί
ο θεός της σωτηρίας ή του χαμού του κόσμου.
………………………………………………….
Συγχωρήστε μου λοιπόν αυτή τη λύπη
να είμαι και κάπου - κάπου άνθρωπος,
εξόν από ποιητής, κι απλά περαστικός
που μπορεί να γνέφει ακόμα καλημέρα…
…………………………………………………..
[Αποσπάσματα απ’ το ανέκδοτο ποιητικό έργο:
«Η αναδυόμενη Αφροδίτη κι ο Κοντορεβιθούλης»]

Θυμήσου το Σεπτέμβρη - Έλλη Λαμπέτη

Τρίτη 16 Ιουνίου 2020

Pyx Lax - Epapses Agaph Na Thimizeis



Ο καφές σου έχει κρυώσει

και το ράδιο κλειστό τώρα για μέρες
σε θυμάμαι είχες ξαπλώσει
στου μονού μου κρεβατιού τις καλημέρες
Το ξέρω πως δεν το διάλεξα
αν έπρεπε τη σκέψη μου να ορίζεις
μα ακόμα δεν κατάλαβα
γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις
Υπάρχουν το νιώθω υγρά μονοπάτια
υπάρχουν κομμάτια από φως στη σιωπή
τραγούδια που ‘γίναν με δάκρυα στα μάτια
τραγούδια που ‘γίναν απλά η αφορμή
Το ξέρω πως δεν το διάλεξα
αν έπρεπε τη σκέψη μου να ορίζεις
μα ακόμα δεν κατάλαβα
γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις
Το ξέρω πως δεν το διάλεξα
αν έπρεπε τη σκέψη μου να ορίζεις
μα ακόμα δεν κατάλαβα
γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις
γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις
γιατί έπαψες αγάπη να θυμίζεις
Στίχοι για το τραγούδι Επαψες αγάπη να θυμίζεις  του έτους  σε στίχους  και σύνθεση  από το album .

Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

Bob Dylan ‐ Gates of Eden (Live at Hollywood Bowl 1965)



Of war and peace the truth just twists
Its curfew gull just glides
Upon four-legged forest clouds
The cowboy angel rides
With his candle lit into the sun
Though its glow is waxed in black
All except when 'neath the trees of Eden

The lamppost stands with folded arms
Its iron claws attached
To curbs 'neath holes where babies wail
Though it shadows metal badge
All and all can only fall
With a crashing but meaningless blow
No sound ever comes from the Gates of Eden

The savage soldier sticks his head in sand
And then complains
Unto the shoeless hunter who's gone deaf
But still remains
Upon the beach where hound dogs bay
At ships with tattooed sails
Heading for the Gates of Eden

With a time-rusted compass blade
Aladdin and his lamp
Sits with Utopian hermit monks
Side saddle on the Golden Calf
And on their promises of paradise
You will not hear a laugh
All except inside the Gates of Eden

Relationships of ownership
They whisper in the wings
To those condemned to act accordingly
And wait for succeeding kings
And I try to harmonize with songs
The lonesome sparrow sings
There are no kings inside the Gates of Eden

The motorcycle black Madonna
Two-wheeled gypsy queen
And her silver-studded phantom cause
The gray flannel dwarf to scream
As he weeps to wicked birds of prey
Who pick up on his bread crumb sins
And there are no sins inside the Gates of Eden

The kingdoms of experience
In the precious wind they rot
While paupers change possessions
Each one wishing for what the other has got
And the princess and the prince
Discuss what's real and what is not
It doesn't matter inside the Gates of Eden

The foreign sun, it squints upon
A bed that is never mine
As friends and other strangers
From their fates try to resign
Leaving men wholly, totally free
To do anything they wish to do but die
And there are no trials inside the Gates of Eden

At dawn my lover comes to me
And tells me of her dreams
With no attempts to shovel the glimpse
Into the ditch of what each one means
At times I think there are no words
But these to tell what's true
And there are no truths outside the Gates of Eden


Κυριακή 24 Μαΐου 2020

Γιώργος Καλογήρου ("Roadtrip" - ΡΙΚ 1 - 9/2/2019)

Γιώργος Καλογήρου - Η νεράιδα και το δέντρο





Μουσική: Γιώργος Καλογήρου

Στίχοι: Μάνος Ορφανουδάκης
Ερμηνεία: Γιώργος Καλογήρου

Η ΝΕΡΑΪΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ
στη νεράιδα με το ξωτικό

Μπρος στην Ακρόπολη, στον ίσκιο μίας μάντρας
κάποτε θάφτηκε μονάχος ένας άντρας
για μια νεράιδα που είχε αγαπήσει
όμως δεν μπόρεσε στον κόσμο να κρατήσει.

Λένε πως έσκυψε τα χείλη της να νιώσει
τον ουρανό, για μια στιγμή, να τον κλειδώσει.
Τα είπαν όλα και την έκλεψε το κρύο
μ’ ένα φιλί, το «σ’ αγαπώ» και το «αντίο».

Ό,τι αγάπησε του έσβησε στα χέρια
κι ο νους του ψήλωσε δυο πήχες προς τ’ αστέρια.
Έβγαλε φύλλα και κλαδιά, έγινε δέντρο
πήγε και ρίζωσε βαθιά, στης γης το κέντρο.

Τις νύχτες βγάζει τα τσιμέντα απ’ τ’ αφτιά του
και το φεγγάρι κατεβάζει στα κλαριά του
για τη νεράιδα να μάθει το ρωτάει
αν τη συνάντησε στα μέρη που γυρνάει.

Μα το φεγγάρι απαντάει λυπημένο
μ’ ένα τραγούδι από εκείνη χαρισμένο.
Στα λόγια λέει: «Να μην κλαις για μένα φως μου
σε περιμένω στη συντέλεια του κόσμου».