Share

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2019

Ηλιας Κλωναριδης - Αυγερινος



Μουσικη: Γιωργος Κατσαρος

Στιχοι: Πυθαγορας

Με βρηκε ο Αυγερινος σαν φυλλο κιτρινο στους δρομους, κλαιει στα ματια μου ο θεος και εχω το πονο σου στους ωμους

Δε με χωραει το κρεβατι μου γιατι μου λειπει η αγαπη μου, δε με χωραει κι ο  ντουνιας αφου εσυ δε μ'αγαπας


Τα σπιτια γυρω μου κλειστα και σφαλιστη καθε ταβερνα, κι οπου γυριζω με πατα της μαυρης μοιρας μου η φτερνα

Δε με χωραει το κρεβατι μου γιατι μου λειπει η αγαπη μου, δε με χωραει κι ο ντουνιας αφου εσυ δε μ'αγαπας

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

Γιάννης Λεκόπουλος - "Φυγή"



Στίχοι: Δημήτρης Αναγνωστόπουλος Μουσική: Γιώργος Καγιαλίκος

Το πλοίο που σε λίγο αναχωρεί
φορτώνει
ακούμπησες σκυφτός στην κουπαστή σαν σε κλωστή κρεμιέσαι εικόνα από χαρτόνι.
Φυσάει βοριάς χαμογελάς σε μια φυγή που πουθενά δεν οδηγεί θεριεύει το βουητό της μηχανής δε σε κρατάει κανείς.
Λαμπιόνια τρεμοφέγγουν σαν κεριά βραδιάζει σε λίγο θα χαθείς απ τη στεριά κάπου μακριά εκεί που ορίζοντας αδειάζει.

Παρασκευή 15 Μαρτίου 2019

"Αυτή η μουσική" - Γιώργος Καγιαλίκος / Από το CD "Φυγή"





Στα χέρια του κρατούσε ένα βιολί

Αργά μέσα στη σκόνη προχωρούσε
Η Σμύρνη ήταν πίσω του
μπροστά του η Ανατολή,
στον κόσμο τούτο πλέον δε χωρούσε

Του είπαν οι στρατιώτες να σταθεί,
να παίξει μουσική για να γελάσουν
Στη Σμύρνη όσους έδιωχναν
για την Ανατολή,
τους τέλειωναν τα δάκρυα πριν να φτάσουν

Αυτή η μουσική,
του κόσμου όλο το δάκρυ
που σκέπασε σαν θάλασσα τη γη
Και άφησε μονάχα
δυο πέτρες σε μιαν άκρη,
να γίνει ο κόσμος πάλι απ’ την αρχή

Τινάχτηκαν οι νότες σαν κραυγή
Και όλοι τον κοιτάζαν’ ξαφνιασμένοι
Τη Σμύρνη όσοι άφηναν
για την Ανατολή,
απ’ όλους και για πάντα ξεχασμένοι

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2019

Λυκόφως των ειδώλων του Φρ. Νίτσε | Στο Πατάρι του Gutenberg

Ο ΦΟΡΤΙΝΟ ΣΑΜΑΝΟ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ



Στίχοι:  
Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Μουσική:  
Θανάσης Παπακωνσταντίνου

Ο Φορτίνο Σαμάνο καπνίζει και σκέφτεται:
"Είμαι ότι δεν έζησα, είμαι η βροχή που θα `ρθει
να δροσίσει άγνωστων γυναικών το κορμί.
Βράδυ στα κρεβάτια τους πως στενάζουν ξαναμμένες
ποιος Σαμάνος έφερε τούτη τη βροχή..."

Ο στρατιώτης με τ’ όπλο σημαδεύει και σκέφτεται:
"Με μια κίνηση απλή θα του κλέψω ότι έχει ζήσει
είμαι ένας μικρός θεός, είμαι ένα στοιχιό.
Πάνω από το αίμα του αύριο εδώ την ίδια ώρα
ερπετά θα σέρνονται όπως κάνω κι εγώ..."

Το τελευταίο τσιγάρο κι εκείνο σκέφτεται:
"Θα γίνω γέλιο να κρυφτώ σε παιδιά που ξεφαντώνουν
ο καιρός θα χάνεται ώσπου κάποιο απ’ αυτά
θα φωνάξει "Λιμπερτά!" κι όπως θα κοιτάει τις κάνες
θα βρεθώ στα χείλη του σαν τσιγάρο ξανά..."