στο σώμα σου να πνέειαχ, καρδούλα μουράγισε, σφράγισε ξανάΚι ένα αεράκι να φυσάμέσα στα δυο σου μάτιαμες στα χέρια μουράγισε, σφράγισε ξανάΚαι ν' αχνοπαίζουν οι σκιέςστο άσπρο κάποιου τοίχουστην ερημιά του ήχουΚάνω τη νύχτα ψίθυρονα' ρθει να σου προδώσειπόσο σ'αγαπώάγγιξε, γέλασε ξανάΚι ένα φιλί αμήχανοτα χείλη θα ενώσειλέξη δε θα βρωάγγιξε, γέλασε ξανά ...
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Γιάννης Σπανός
Πέφτει μια βροχή και μια θλίψη όλη νύχτα
μες στα χαμηλά, τα εργατικά τα σπίτια
κι ένα κερί σαν καρδιά που τρεμοσβήνει
δείχνει κι αυτό πως για σένα ξαγρυπνώ.
Γράμματα πικρά, μου γυρίζουν όλα πίσω
μα κι αν σ΄έβρισκαν τίποτα δεν θα κερδίσω
έμαθα πια, πώς να ζει κανείς μονάχος
και να ξυπνά μ΄ένα όνειρο βραχνά.
Είναι μια βροχή και που συνεχίζει χρόνια
μα δεν νοιώθεις πια, τον δικό μου τον αγώνα
ξένος περνάς και σαν ξένος τί σε νοιάζει
που μια ζωή έχει πια κομματιαστεί.
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: Χαρούλα Αλεξίου
Αν ήτανε το έδαφός σου πρόσφορο
θα σου 'φτιαχνα μια πίστα από φώσφορο
με δώδεκα διαδρόμους
δώδεκα τρόμους
με βύσματα κι εντάσεις φορητές
με πείσματα κι αεροπειρατές
αν ήτανε η αγκαλιά σου όαση
θα σου 'φερνα δισκάκια για ακρόαση
στο λίκνισμα της άμμου
στάλα η καρδιά μου
κι η διψασμένη μου ψυχή στρατός
και πάνω της ζωής ο αετός
Όνειρα - όνειρα
φλόγες μακρινές μου
Του φευγιού μου όνειρα
κι άγνωστες φωνές μου
Κοιμήσου εσύ κι εγώ θα ονειρεύομαι
σαν ήσυχος θεός θα εκπορεύομαι
απ΄τ΄άσπρο σου το χιόνι
δίχως σεντόνι
στα νύχια του κακού τη νύχτα αυτή
κι ο θάνατος λυπάται να κρυφτεί
Φυσάει απόψε νοτιάς κι η ψιχάλα με δροσίζει
τώρα κατάλαβα το τι αξίζει να’ναι κανείς
κοντά στη θάλασσα…….
ένα τσιγάρο στο στόμα κι αναπολώ
κάποια που πέρασαν και τι με περιμένει
ω ζωή δώς μου κιας μη μπορώ
κι ας με βρίσκει σκυφτή και κουρασμένη
φυσάει απόψε νοτιάς τα τζάμια τρίζουνε κτυπάνε
στον αρμυρό γιαλό τώρα με πάνε
στην άσπρη βάρκα που άραξε νωρίς
και κεί ,αγνάντια να βλέπω τις σκιές
να μου φωνάζουνε να μου χειροκροτάνε
θέλουν να με πάρουνε για αλλού
κι όπου στα πιο καλά με πάνε.
Φυσάει απόψε νοτιάς μικρό το κύμα του
με νανουρίζει…άρχισε το τζάμι να δακρύζει
τα μάτια μου κλείνουνε νωρίς.
κι εκεί αγνάντια να βλέπω τις σκιές
να μου φωνάζουνε να μου χειροκροτάνε
θέλουνε να με πάρουνε γι αλλού
κι όπου στα πιο καλά με πάνε