Share

Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΟΔΟΔΕΙΚΤΗΣ


Στα πεζοδρόμια,
σφιγμένη στην κουβέρτα,
κείτεται η αλήθεια,
και στα χαρτόκουτα που ντύθηκαν τα θύματα
για να καλυφθούνε απ’ τη βροχή και το κρύο
και να αντέξουν  τη ντροπή:
τη λάσπη πούφερε ο βοριάς
και τη λέρα! 

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Φέγγει κι απόψε το παραθύρι σου,
όπως κάθε νύχτα,
μια κάμαρα που ταξιδεύει στο βαθυκύανο διάστημα
τόσοι γύροι, τόσοι αιώνες,
με τη Γη ως διαστημόπλοιο!

Ταξιδεύουμε  μαζί,         
αναπνέμε τον ίδιο αέρα,
το ίδιο βυζί θηλάζουμε  της Μάνας,
πίνουμε την πίκρα στο ίδιο ακρογιάλι,
αλλά  δε  γνωριζόμαστε,
δε γνωριστήκαμε ποτέ.

Λοιπόν, γιατί ξαγρυπνάς;

Αγριέψαμε μοναχοί μέσα στα δάση
και κίνδυνος  έχουμε γίνει ο ένας για τον άλλον,
που απορώ, γιατί συνταξιδεύουμε
και  γιατί τελικά επιμένεις 
κάτω απ’ την ίδια λέξη «άνθρωπος»
να στεγαζόμαστε.

Τρίτη 3 Μαρτίου 2015

Ινδιάνικη ποίηση - Στα ίχνη του ανέμου


 ''Ινδιάνικη ποίηση - Στα ίχνη του ανέμου'', εισαγωγή, μετάφραση και σημειώσεις Ειρήνη Βρης, εκδόσεις «Οδός Πανός», 1984.
-------------


Αφιερωμένο στη μνήμη των Ψυχών των αυτοχθόνων ιθαγενών Ινδιάνων όλης της Αμερικανικής Ηπείρου, που σφαγιάστηκαν, λεηλατήθηκαν, έχασαν τον πολιτισμό τους, βιάστηκαν στην κυριολεξία, από τη Λευκή Φυλή, από τους Ευρωπαίους, εις το όνομα του Καθολικού Χριστιανισμού, με τσεκούρι, σπαθί και μπαρούτι, κυρίως, από τους Ισπανούς, Πορτογάλους, Εγγλέζους και Γάλλους. Λέγεται πως η μεγαλύτερη σφαγή στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν είναι αυτή του 1ου και 2ου Παγκοσμίου Πολέμου τον 20ο αιώνα (τι σύμπτωση: πάλι από τους Ευρωπαίους!), αλλά, από τον 15ο έως και τον 19ο αιώνα, που κατακρεουργήθηκαν εκατομμύρια ψυχές αυτών των λαμπερών πολιτισμών, που Υμνούσαν τη Φύση και την ίδια τη Ζωή, σε όλο της το μεγαλείο...

Αφιερωμένο -προσθέτω- και στους σημερινούς Λαούς της ΝοτιοΑμερικανικής Ηπείρου που καταδυναστεύονται στη πλειοψηφία τους από φασιστικά, δικτατορικά καθεστώτα, που σαν καλοπληρωμένες μαριονέττες, κυρίως από το Κεφάλαιο των Η.Π.Α., κάνουν τη δική τους βρώμικη δουλειά...

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Οδυσσέας Ελύτης- Με την πρώτη σταγόνα της βροχής..

Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!
Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα
Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας
τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά πού θ’ αφήσουμε τα μάτια μας
τώρα που οι μακρυνές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα
Κι είμαστε μόνοι ολομόναχοι
τριγυρισμένοι απ’ τις νεκρές εικόνες σου.
Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα
ηττημένος 

Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- Αχρηστευμένο ασυρματοφόρο.

Αγγέλου πέρασμα είναι τούτο
-και όχι ανθρώπου-,
φτερού παφλασμός πάνω στα ακίνητα νερά της λίμνης,
ομορφιά που ντύνεται τα κύματα ερωτικά ξυπνώντας
στην καρδιά των βράχων τα θυμωμένα όνειρα
με ακρίβεια αγάπης.

«Συνεργός είσαι στου κόσμου τα γενόμενα»,
ακόμα και τότε που κοιμάσαι πίσω απ’ την οθόνη, είπε,
παλεύοντας τα κύματα να βρούνε δέκτη:
μέσα στην έρημο όπου σέρνεις  άνθρωπε το λείψανό σου,
φορτωμένος θανατηφόρες πανοπλίες,
μέχρι που σε βρίσκει το  ηλιοβασίλεμα στους αμμόλοφους
σαν αχρηστευμένο ασυρματοφόρο.




Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΕΡΩΤΑ ΑΝΕΠΑΦΕ

Έρωτα ανέπαφε στο οξείδιο του καιρού
σήκω και ρίξ΄ τα βέλη σου παντού
σύρ’ το  χορό ως  νά’ρθει  το πρωί
φωτιά να πάρει η παλιοζωή.          

Έρωτα ανέπαφε στο χάραγμα του νου
άνοιξε στην καρδιά τις πύλες  τ’ ουρανού
σμίξε με  πάθος σώμα και ψυχή
χαρά ζωής να γίνει η κάθε ευχή.

Στα σμαραγδένια μάτια της ο έρωτας  μιλά
στον άσπρο της λαιμό ο πόθος μου  κυλά
κι ένα  της δάκρυ σπαραγμός κρυφός
το αγέννητο και γεννημένο φως.

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2015

Κωνσταντίνος Καβάφης «Στα 200 π.Χ.»

«Aλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων—»

Μπορούμε κάλλιστα να φαντασθούμε

πως θ’ αδιαφόρησαν παντάπασι στην Σπάρτη
για την επιγραφήν αυτή. «Πλην Λακεδαιμονίων»,
μα φυσικά. Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται
για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν
σαν πολυτίμους υπηρέτας. Άλλωστε
μια πανελλήνια εκστρατεία χωρίς
Σπαρτιάτη βασιλέα γι’ αρχηγό
δεν θα τους φαίνονταν πολλής περιωπής.
A βεβαιότατα «πλην Λακεδαιμονίων».

Είναι κι αυτή μια στάσις. Νοιώθεται.


Έτσι, πλην Λακεδαιμονίων στον Γρανικό·

και στην Ισσό μετά· και στην τελειωτική
την μάχη, όπου εσαρώθη ο φοβερός στρατός
που στ’ Άρβηλα συγκέντρωσαν οι Πέρσαι:
που απ’ τ’ Άρβηλα ξεκίνησε για νίκην, κ’ εσαρώθη.

Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,

την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς·
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.

Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,

οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.

Για Λακεδαιμονίους να μιλούμε τώρα!

Read more: http://latistor.blogspot.com/2010/11/200.html#ixzz3RcsRJGaK

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΑΠΟ ΝΤΡΟΠΗ

(Σχεδίασμα β)

Ι


Έφυγαν,
έχοντας φτάσει στην άκρη της απελπισιάς
δίχως ελπίδα να βρουν το δίκιο  τους
και  δύναμη  ν’ αντέξουν
τη ντροπή στην αποικία.

Πολίτες-οπλίτες αυτοί,
από καταγωγή,
δεν άντεξαν  τον  ευτελισμό
και  την πατρίδα τους υποταγμένη  
στους ανθύπατους και τους επιτρόπους.

«Δεν είναι αυτή η Ελλάδα μας», ψιθύρισαν,
«Δεν είναι αυτή η πολιτεία μας»
«Εδώ κατοικούν  άνθρωποι άλλης φυλής».

Μεσάνυχτα  στα  βουνά  έγραψαν τη διαθήκη τους 
περπατώντας μοναχοί πάνω στο χιόνι-
μάταια περιμένοντας  το σύνθημα των συντρόφων .

Σπιθοβολούσε απάνω τους το στερέωμα
και στ’ άστρο που λαμπύριζε μιλούσαν:
«Νοιώσε με˙
δεν μπορώ να κοιτάξω άνθρωπο στα μάτια,
δεν αντέχω άλλο τη ντροπή».

Ώρες μοναχοί 
αποκομμένοι από κάθε ελπίδα
αποξενώθηκαν ώσπου πήραν στο χέρι τους 
την τελευταία τους δυνατότητα.

Το λευκό τους πουκάμισο το φούσκωνε ο αέρας
καθώς  έπεφταν στο κενό
και σμάρι περιστέρια  κατέβαιναν  μαζί τους
κλείνοντας οριστικά την αντιπαράθεσή τους
με το πεδίο βαρύτητας.

ΙΙ

Με τον ιδρώτα του προσώπου τους  έβγαζαν το ψωμί τους
κι αγάπη  για τους γύρω τους έτρεφαν
και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους ήσαν, 
πριν οδηγηθούν στην πτώχευση και την ανεργία.
Ωστόσο ερήμην δικάστηκαν
και ο παπάς αρνήθηκε να τους διαβάσει,
ορίζοντας να ταφούν δίχως τελετουργικό κανένα.

Σιώπησαν οι  άρχοντες κι οι ηγεσίες
σιώπησαν κι οι λόγιοι
και πίσω από τους ιατροδικαστές  κρυφτήκαν,
λόγο αποφεύγοντας να κάνουν
για του  νέου Ζαλόγγου το  χορό.

Τους αποχαιρέτησε ο νυχτοφύλακας με λόγια 
που έκαναν  τα μάτια να  βουρκώσουν
και τύψεις πολλοί να αισθανθούν
για όσα με τη συνέργειά  τους συντελέστηκαν--
ανήμποροι να φανταστούν πως
για ένα φιλότιμο και μια υπόληψη
τόσα αδέλφια τους θα σπρώχνονταν
στη λευτεριά του Χάρου!


ΙΙΙ.

Ώρα  έντεκα  κάθε μέρα,
πέφτουν νιφάδες χιονιού
και το αίμα κυλάει νωπό στο πρόσωπό τους.

Περνούν τα τρένα  σφυρίζοντας
και στο σταθμό ένα σημείωμα ανεπίδωτο
που το μετατοπίζει ο αέρας  και χάνεται
στο βάθος της σήραγγας--
χωρίς να το ζητήσει κανείς.

Ποιος ήρθε ; 
ποιος έφυγε;
ποιος είναι;

Κενό.

Σωριάστηκε η δέση πούφερνε το νερό,
οι στέρνες αδειανές, τ’ αυλάκια στεγνωμένα
και το μεγάλο ρέμα  απέραντος  ξεριάς,
χωρίς νερό μια στάλα.
Μόνο τη νύχτα, όταν σταματούν οι μυλόπετρες,
ακούς   τον  ήχο του καθώς διαβαίνει  στο ρέμα χαμηλά κάτω απ’ τις πέτρες, 
που απίθωσε στο διάβα της η θεομηνία.

Ω να έσωνα αδελφέ αυτό τον ήχο
πριν τα ίχνη σου χάσω οριστικά.
Ω να έσωνα την ψυχή μου να σε συντροφεύει  
σαν όαση αγάπης ουρανόσταλτης 
γύρω απ΄την κατοικία σου στην έρημο!.


ΙV.


Δεν θά’ρθει απόψε!
Δεν θ’ ακούσεις ξανά  τακ-τακ, τακ-τακ, τακ-τακ
στον τοίχο του κελιού σου.

Ο εξακισχιλιοστός  διακοσιοστός  εβδομηκοστός τρίτος  Έλληνας,  δολοφονήθηκε χθες  στην άκρη της κεντρικής πλατείας,
στη ρίζα του πλατάνου,
πριν ο λαός απαλλαχτεί απ’ τη μεγάλη λέρα.

Βρέθηκε ακέραιος, με το κεφάλι  γερμένο αριστερά,
ένα σημείωμα στο  χέρι
και λίγες  λέξεις κολλημένες   στο στόμα
απ’ τον Ηράκλειτο, τον Παρμενίδη ή το Δημόκριτο-
δύσκολο να το διακρίνεις.
Όπλο δε  βρέθηκε˙
δράστες  και  ηθικοί αυτουργοί διαφεύγουν,
ενώ βάσιμες πληροφορίες λένε
πως κυκλοφορούν μεταμφιεσμένοι.

Στην καρδιά που τον βρήκε η σφαίρα
άνοιξε μια τρύπα ουρανός
και ένα μεγάλο κόκκινο τριαντάφυλλο καρφώθηκε
στου κόσμου την «καλλίστην αρμονίην».

 Δεν θά’ρθει απόψε! 
Δεν θά’ρθει!
Άσε το παράθυρο ανοιχτό!

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

http://users.sch.gr/aiasgr/Theotokos_Maria/Ymnoi/O_Akathistos_Ymnos.htm

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ -ΙΣΤΟΡΙΑ

Έφεγγε  στη Μάντρα 
κι  ο κάδος της λάβας  έγερνε να χυθεί 
στις μήτρες του χυτηρίου,
απ΄ όπου είδα αίφνης πουλιά να ξεπετάγονται 
και να υψώνονται, 
ανοίγοντας φτερό για τη Σαλαμίνα πέρα..

Ένα κοπάδι χελιδόνια πέρασε μέσ’ την ομίχλη.

Πρωί στην πόρτα σου μπροστά 
γιόμιζαν  το τσουκάλι σου άσπρο γάλα,
κι ο ποιητής ο μάρτυρας που πρόλαβε και σ’ είδε
λίγο πριν τον ομφάλιο λώρο σου κόψουν
και στο columbarium σε κλείσουν.

ΗΕΚΤΙΟΣ- ΑΝΟΙΧΤΗ Η ΚΑΡΔΙΑ

Ανοιχτή  η καρδιά  μου σιμά  σου,
σα ρόδι που άνοιξε
κι οι σπόροι του σκορπίσαν στην αγκαλιά σου.


Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΑΠΟΥΣΙΑ

ΑΠΟΥΣΙΑ


Έφυγες
μαζί με τα ποντοπόρα πλοία
που γλιστρούν πάνω στο  ασήμι του πελάγου
και δεν πιάνουν  άγονη γραμμή.

Σε Καστελόριζο, Λειψούς,  Χάλκη, Ηρακλειά και  Σίκινο
τώρα μετρώ την ερημιά μου:
την απουσία σου  που με κυριεύει,
εδώ πλάι στο μικρό ξωκλήσι
όπου άναψα κερί να σε κατευοδώσω.

Τόσοι  αιώνες δημιουργίας,
κι ένα εκατόφυλλο ρόδο δεν μπόρεσαν
οι δημιουργοί αμάραντο να κρατήσουν!

Στον άνεμο που βυσσοδομεί  και χτυπάει το πρόσωπό μου
γυρεύω τώρα τ'  άγγιγμά σου,
στο κύμα που σκάει αγριεμένο πάνω στους βράχους κι υψώνεται, 
αγκαλιάζοντας μεσ' τους αφρούς
των βράχων τ’ αγάλματα.

Κάπου εδώ
ανάμεσα στο βράχο και στο πέταγμα του  γλάρου,
ίσκιος αόρατος περνάει η μορφή σου.

Σαν πέφτει το βράδυ
στη μικρή ταβέρνα σε βρίσκω  ν’ αναδύεσαι γυμνή
μέσα σ’ ένα ποτήρι  κόκκινο κρασί σταλμένο από θείο χέρι--
νέκταρ βγαλμένο από αμπελώνα ηφαιστείων
(που μετέδωσαν τη ζωή  πριν να παγώσουν),
δώρο αγάπης που μου δόθηκε για να μπορώ
εγγύς να κρατώ ουρανό και ουρανίσκο
και να γνωρίζω κάθε φορά πού βρίσκομαι
και προς τα πού είναι ο δρόμος.

Χάθηκες,
και δε σε βρίσκουν πια τα λόγια μου
κι η μαχαιριά δε σε πονά
που έχω στην καρδιά μου.                    

Στο μικρό ακρογιάλι, όπου  κάποτε ανοίγαν οι ουρανοί
και τα μάτια σου μίλαγαν το θαύμα,
τώρα κοιτάζω τ’ άστρα και μετρώ τις  ήττες μου,
καθώς  τέφρα ηφαιστειακή πέφτει και σκεπάζει τα χαλίκια
ο ονειρεμένος κόσμος μας.

Ω έρωτα!
Ευλογημένες οι στιγμές που ζήσαμε
ευλογημένη  κι η πληγή που άνοιξες στα στήθια μου,
έτσι για να μπορώ να βλέπω
(μαζί με το φεγγάρι που ανεβαίνει απόψε
και σκαρφαλώνει στο παραθύρι μου),
ότι τειχισμένος  είμαι από παντού
-στο κελί  μου εδώ κλεισμένος-,
με μόνη έγνοια μου το δρόμο 
που οδηγεί σ’ Εσένα!

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ--ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ (1941)

http://cantfus.blogspot.gr/2014/09/1941.html

Στέλλα Βακά~

Να... όλα τα φωνήεντα
τα αφήνω στην πόρτα σου
είναι οι ανάσες μου
κι όλα τα σύμφωνα
τα κρατάω
για να αντέχω την απουσία.
20-1-2015

ΚΤΕΝΆ ΓΚΟΛΦΩ-ΟΡΦΙΚΑ.

http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/bitstream/10889/4849/1/Nimertis_Ktena%28lit%29.pdf

Δημήτρης Μαρωνίτης: Ποιητική στον Ησίοδο - γνώμες - Το Βήμα Online

Ποιητική στον Ησίοδο - γνώμες - Το Βήμα Online

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

ΗΕΛΤΙΟΣ- ΠΑΡΕ ΜΕ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΣΟΥ


Είμαι  σε  δάσος  σκοτεινό 
κάτω από γκρίζο ουρανό,
κι Εσύ αστέρι  φωτεινό
μες τ’ όνειρο που σκάει.

Είμαι στην έρημο δεντρί
άνυδρης γης  απαντοχή,
κι Εσύ η ξαφνική   βροχή
που δυνατά  ξεσπάει.

Δεν αντέχω μακριά σου,
πάρε με στην αγκαλιά σου
σώμα  πάθος σου  να γίνω
κι’ από έρωτα να σβήνω.

Άκου του ανέμου τη βοή
βρες την αλήθεια την κρυφή
και πάρε  πίσω τη ζωή
που κλέψαν και πονούμε.

Έλα και πάρε με αγκαλιά
κάνε βαρκούλα τα φιλιά
και πάμε πέρα στ’ ανοιχτά
τον κόσμο για να βρούμε.

Δεν αντέχω μακριά σου,
πάρε με στην αγκαλιά σου
σώμα  πάθος σου  να γίνω
κι’ από έρωτα να σβήνω.

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Αγαπάω ~ Νίκος Καββαδίας

Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.
Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.
Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.
Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.
Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.