"Ίσως, όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον, έτσι που επιτέλους, να μπορέσουμε να γνωριστούμε." &line; ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Σάββατο 23 Ιουνίου 2018
Σάββατο 9 Ιουνίου 2018
ούτε η σκέψη μου, ούτε η γλώσσα μου, ούτε η πέννα μου (…) Πώς ήθελα να πεθάνω και πώς ήθελα να αναστηθώ στη χώρα των πνευμάτων μαζί σου για να πραγματοποιηθεί μια για πάντα το όνειρο το άλλο, το όνειρο που ξέρεις από τους στίχους των τραγουδιών της Ραχήλ (…) Έτσι τη νύχτα αυτή την τόσο αλλόκοτη, ανέκφραστη και ωραία της αϋπνίας μου έπεφτα, μια δυο τρεις δέκα φορές στα πόδια σου, φεγγόβολα, σαν όλο το κορμί σου… Συγχώρησε τον ποιητή που όσο προχωρούν τα χρόνια του, τόσο περισσότερη νύχτα έχει, μα και περισσότερο φως.
Chere et divine Clarte, πεθαίνω για σένα”....
Απόσπασμα από τα γράμματα του Κωστή Παλαμά προς τη “Ραχήλ”.
Chere et divine Clarte, πεθαίνω για σένα”....
Απόσπασμα από τα γράμματα του Κωστή Παλαμά προς τη “Ραχήλ”.
Μόνο εσείς μπορείτε να το δείτε αυτό, εκτός κι αν το κοινοποιήσετε
Σάββατο 26 Μαΐου 2018
Κυριακή 13 Μαΐου 2018
Παρασκευή 11 Μαΐου 2018
Πέμπτη 10 Μαΐου 2018
Τρίτη 8 Μαΐου 2018
Δευτέρα 7 Μαΐου 2018
Σάββατο 5 Μαΐου 2018
Τετάρτη 2 Μαΐου 2018
Τρίτη 1 Μαΐου 2018
Δευτέρα 30 Απριλίου 2018
Κυριακή 29 Απριλίου 2018
ΤΑ ΦΛΟΥΡΙΑ - ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ( Δροσουλίτες)
Τα φλουριά
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Χριστόδουλος Χάλαρης
Χρύσανθος
Σ’έρημο φαράγγι σε λυποποριά
Έχασα μαντήλι μ’ εκατό φλουριά
Ξόρκισα το χώμα έκανα σταυρό
Πριν αποσπερώσει να τα βρω
Τότε καρασκέρι γροίκησα μακριά
Κι είδα μες στο ήλιο στην κακοπετριά
Τρεις αλογολάτες με βαριά σπαθιά
Και τις αλυσίδες αρμαθιά
Τι’ναι το κισμέτι τι’ναι το γραφτό
Πριν το μονοπάτι πάρω να κρυφτώ
Μού’στησαν καρτέρι σε μια πατουλιά
Και με κλαίγαν δένδρα και πουλιά
Ήταν μαύρη Τρίτη μαύρο δειλινό
Κι έχασα τον κόσμο και τον ουρανό
Σε μεγάλο κάστρο σε βαθειά σπηλιά
Με τους πεθαμένους αγκαλιά
Ώσπου κάποιο βράδυ τρίξαν οι αρμοί
Κι άστραψε στην πόρτα λυγερό κορμί
Μια Βασιλοπούλα σαν τη Μαξιμώ
Πού’χε δυο φιδάκια στο λαιμό
Πάρε λέει τα φίδια, βάλ’τα στη καρδιά
Και μεγάλωσέ τα σαν μικρά παιδιά
Το’να είν’ ο Δράκος τ’άλλο ο Διγενής
Άξιο τους αδέρφι να γενείς
Κράτησα τα φίδια μες στην ερημιά
Βιος μου και ρεγάλο και κληρονομιά
Μου’φερναν καρύδια γάλα και ψωμί
Δίχως να γυρεύουν πλερωμή
Κι όταν κάποια νύχτα σώπασε η φωτιά
Σκάψανε του τοίχου τη ραγισματιά
Βρήκαν κερκοπόρτα και πρωί πρωί
Μού’δειξαν το δρόμο στη ζωή
Τώρα τι στα λέω τι στα μολογώ
Μάθε μόνο τούτο πού’μαθα κι εγώ
Αν κρατάς χρυσάφι πλούτη και φλουριά
Δεν κατέχεις τί’ναι λευτεριά
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)