Πλάτη με το φτερό του
καρχαρία ταξιδεύω
στου χωρόχρονου και
της Ιστορίας τ’ ανοιχτό στόμα
από σπήλαια
περνώντας σκοτεινά και γαλάζιες θάλασσες,
γύρους γράφοντας γύρω
απ' την Πάτμο με τους τουρίστες
στο πλευρό μου
και τα κεντημένα μπράτσα--ανώνυμων ποιητών
κινούμενο πλήθος
και αμετάθετη στον
καιρό βραχονησίδα.
Στη μοίρα μου γραμμένη η φθορά μου
και στην ασυλλογιά η πτώση μου.
Μετεωρούμαι πάνω
από τ’ αφρισμένο πέλαγο
Φτερούγα σπασμένη που
ολοένα χαμηλώνει
κατάρτι αναζητώντας, ιστίο, ξύλο ακαταβύθιστο.
Πέφτει το κύμα αγριεμένο κατά πάνω μου και με σκαμπανευάζει
κι από βράχο αιφνίδια περνώντας με χιλιοδαρμένο
στων δελφινιών τους τόπους...
Γυαλίζει στο ηλιοβασίλεμα η ράχη τους καθώς υψώνουν τόξα χρυσαφί
πάνω απ΄ τα κύματα και παίζουν με της δύσης τις στερνές ακτίνες,
μέχρις ότου σιμά τους ναυαγό με βρουν κι ακινητήσουν
απορημένα.
Κι΄ αίφνης στο
ένστικτό τους υπακούοντας φτερό ανοίγουν
και το πέλαγο διασχίζουν
ερχόμενα απ'
όλες τις μεριές θορυβημένα για βοήθεια,
κύκλους γράφοντας
ολοένα και πιο σιμά μου
μέχρι σ' απόσταση
επαφής από τη ράχη τους βρεθώ κι απ΄ το
φτερό τους
γραπωθώ ο
ναυαγισμένος:
Εγώ, ο αλαζόνας,
που μόνο θάνατο
τους πρόσφερα και φαρμάκι.
Ερημικό τ' ακρογιάλι. Αμίλητος ο ήλιος ανηφορίζει
σμικραίνοντας τις σκιές από τ' αρμυρίκια. Που είναι η αλήθεια;
Ξυπόλητη η σκέψη περπατά ανάμεσα στους αχινούς.
Σήμαντρο χτυπά μακριά κι ο ήλιος στην κατακόρυφο
σμίγει τα
πράγματα με τη σκιά τους
προς κάτι αμετάθετο δείχνοντας που ταξιδεύει κρύφια στο
χρόνο
προς κάτι που υπερέχει
και τ' αναγνωρίζει σαν χαμένο παλιό φίλο η
ψυχή,
πριχού μονάχη στα
εγκόσμια επιστρέψει
και στ΄ αλλότρια.
12/30-12-2017, 23/2/2022