"Ίσως, όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον, έτσι που επιτέλους, να μπορέσουμε να γνωριστούμε." &line; ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Παρασκευή 18 Ιουλίου 2025
Η μάνα μου _ Γιάννης Πουλόπουλος
Πέμπτη 17 Ιουλίου 2025
Thysia
Ανθρώπινη η μοίρα μας, μαύρος γιαλός
οχεντρωνει τη χαίτη
Του δρόμου τα πέταλα καιει πυρετός
κόλια, βιλαέτι
Σκορπίσαμε δώρο στην κόκκινη λάμια στο άγριο θηριό
να στρώσει απ’ το αίμα που στάζει η ορφάνεια
γιορτής καπηλειό
Με στέρηση θέλει και τρόμο και στάχτη η δύναμη πλάστρα
στο βάναυσό κι άφτουρο πόθο μας φράχτη να υψώσει και κάστρα
Προτού μας νικήσει στο τέρμα ο καιρός τα άγνωρα χάη,
Από χέρι δικό μας να γίνει ο χορός αφρός στα πελάη
Να κλαίει στης αυγής τη φωτιά το πρωί στης Δύσης την ώρα
να ζει στην αιώνια του κόσμου ροή σ’ανάστασης χώρα.
Τετάρτη 16 Ιουλίου 2025
Τρίτη 15 Ιουλίου 2025
Κυριακή 13 Ιουλίου 2025
Κωνσταντίνου Καβάφη, «Φωνή από τη θάλασσα»
Κωνσταντίνου Καβάφη, «Φωνή από τη θάλασσα»
Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.
Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός,
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι
το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.
Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων,
που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό,
και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των,
και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των,
ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό,
σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει,
τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει,
κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί
με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα,
και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα,
από την αγωνία των την υστερνή.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν,
και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν,
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό.
Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει,
που κάποτε κανένας ιερεύς θα πάη
θυμίαμα να κάψη και να ’πη ευχή.
Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται
ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται.
Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται
πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή.
[πηγή: Κ. Π. Καβάφης, Τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος, Αθήνα 1983, σ. 59]
Σάββατο 12 Ιουλίου 2025
Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)