Share

Παρασκευή 18 Ιουλίου 2025

Ζωγραφιά _ Μανώλης Λιδάκης.

Γιώργος Καζαντζής, Κική Δημουλά - Μικρή Σουίτα (Full Album)

Η μάνα μου _ Γιάννης Πουλόπουλος


Η μάνα μου Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας Η μάνα μου φοράει τσεμπέρι σαν τις μανάδες τις παλιές Παίρνει την Παναγιά απ’ το χέρι και τρέχουνε στις γειτονιές και σμίγουνε με τον κοσμάκη που λέει το ψωμί ψωμάκι Κι όταν γυρνάνε κούτσα _ κούτσα με χίλιους πόνους στην καρδιά με τα φτωχόρουχα τους λούτσα από βροχή και λασπουριά, με χίλιους πόνους στην καρδιά δεν ξέρω να τις ξεχωρίσω, ποιανής το χέρι να φιλήσω. (Κι όταν γυρνάνε στα σοκάκια σα δυο σκιές μες στην βραδιά με τα φτωχά τους ρουχαλάκια όλο βροχή και λασπουριά δεν ξέρω να τις ξεχωρίσω ποιανής το χέρι να φιλήσω) Δίσκος "Μίλα μου για την Λευτεριά"Lyra Οκτώβρης 1974"Τραγουδούν η Ρένα Κουμιώτη και ο Γιάννης Πουλόπουλος.

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2025

ΨΕΡΙΜΟΣ. Στίχοι-Μουσική Κώστας Τσιαντής /Costas Tsiantis

Ζωή Δικταίου-Κώστας Τσιαντής: ΠρώτηΣυλλαβή

Μάνος Χατζιδάκις - ΠΕΡΑ ΣΤΟ ΘΟΛΟ ΠΟΤΑΜΙ - Μαρία Κωστράκη

Τα Μεροκάματα - Πάνος Παπαϊωάννου

ΤΟ ΠΕΛΑΓΟ ΕΙΝΑΙ ΒΑΘΥ-ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ

"Περιστερά", μελοποιημένη ποίηση Δημήτρη Λιαντίνη

Thysia


Ανθρώπινη η μοίρα μας, μαύρος γιαλός οχεντρωνει τη χαίτη Του δρόμου τα πέταλα καιει πυρετός κόλια, βιλαέτι Σκορπίσαμε δώρο στην κόκκινη λάμια στο άγριο θηριό να στρώσει απ’ το αίμα που στάζει η ορφάνεια γιορτής καπηλειό Με στέρηση θέλει και τρόμο και στάχτη η δύναμη πλάστρα στο βάναυσό κι άφτουρο πόθο μας φράχτη να υψώσει και κάστρα Προτού μας νικήσει στο τέρμα ο καιρός τα άγνωρα χάη, Από χέρι δικό μας να γίνει ο χορός αφρός στα πελάη Να κλαίει στης αυγής τη φωτιά το πρωί στης Δύσης την ώρα να ζει στην αιώνια του κόσμου ροή σ’ανάστασης χώρα.


ΡΟΔΑΥΓΗ

"Αιγεύς", μελοποιημένη ποίηση Δημήτρη Λιαντίνη

Ζωή Δικταίου-Κώστας Τσιαντής: ΚΑΛΥΨΩ

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Κωνσταντίνου Καβάφη, «Φωνή από τη θάλασσα»

 Κ. Π. Καβάφης

Κωνσταντίνου Καβάφη, «Φωνή από τη θάλασσα»
Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.
Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός,
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι
το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.
Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων,
που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό,
και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των,
και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των,
ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό,
σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει,
τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει,
κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί
με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα,
και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα,
από την αγωνία των την υστερνή.
Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν,
και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν,
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό.
Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει,
που κάποτε κανένας ιερεύς θα πάη
θυμίαμα να κάψη και να ’πη ευχή.
Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται
ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται.
Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται
πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή.
[πηγή: Κ. Π. Καβάφης, Τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος, Αθήνα 1983, σ. 59]